Σελίδες

Παρασκευή 14 Απριλίου 2017

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΔΡΟΜΗΣ ΣΤΑ ΙΩΑΝΝΙΝΑ - ΖΑΓΟΡΟΧΩΡΙΑ 3η ΗΜΕΡΑ

3.4.2017


7:30π.μ. – 8:30π.μ. Πρόγευμα στο ξενοδοχείο

8:30π.μ. Αναχώρηση για Κόνιτσα

9:30. Άφιξη στην Κόνιτσα


Το έντονο γεωγραφικό ανάγλυφο και ο ρους των ποταμών Αώου, Βοϊδομάτη και Σαραντάπορου καθορίζει την ιστορική και πολιτισμική πορεία του τόπου, ενώ η ανθρώπινη δραστηριότητα ευνοείται από την ύπαρξη δασών, λιβαδιών στα υψίπεδα, πεδινών εκτάσεων, συνεχούς ροής νερού, παραποτάμιας βλάστησης και πλούσιας πανίδας.


Αν και δεν παραδίδεται άμεσα από τις πηγές, πιστεύεται ότι η πρώτη κατάληψη της πόλης από τους Τούρκους έγινε στα τέλη του 14ου αιώνα, ενώ η οριστική της μαζί με των Ιωαννίνων το 1430 ή και λίγο νωρίτερα.  Οι Οθωμανοί εκτιμώντας τη γεωστρατηγική θέση της δημιουργούν το Βιλαέτι της Κόνιτσας, που περιελάμβανε όλη την ευρύτερη περιοχή, υπαγόμενη στο Σαντζάκι των Ιωαννίνων. Τον 16ο αιώνα ιδρύονται στην Κόνιτσα δύο μεγάλα τζαμιά.  Το τζαμί «Χουσείν Σιάχ» (κατεδαφίστηκε στη δεκαετία του 1920), που χτίστηκε σύμφωνα με την παράδοση στα 1500 από τον Σουλτάνο Βαγιαζήτ τον Β’ και το τζαμί «Σουλτάν Σουλειμάν», που σώζεται ερειπωμένο στη θέση Λάκα. Ιδρυτής του θεωρείται ο Σουλτάνος Σουλειμάν ο Μεγαλοπρεπής (1494-1566).

Τον 17ο αιώνα διαδίδεται στην περιοχή, μέσω των εξισλαμισμένων Αλβανών, η αίρεση των Μπεκτασήδων, που βρήκε στους μουσουλμάνους της Κόνιτσας πρόσφορο έδαφος.  Ιδρύονται αρκετοί τεκέδες, που ήταν μουσουλμανικά μοναστήρια δερβίσηδων και στο συγκρότημά τους περιλαμβάνονταν τουρμπέδες (μαυσωλεία), χώροι τελετουργιών και κελιά. Στην Κόνιτσα σώζονται σήμερα μόνο τέσσερις τουρμπέδες, δηλαδή μαυσωλεία που χτίζονταν πάνω από τάφους σημαντικών μορφών και επιφανών κληρικών. Την έντονη παρουσία και υπεροχή του ελληνικού στοιχείου στην πόλη δηλώνει η λειτουργία ελληνικού σχολείου τουλάχιστον από τις αρχές του 18ου αιώνα και η συχνή παρουσία εδώ του Επισκόπου Βελλάς.

Η κυριαρχία του Αλή Τεπελενλή Πασά των Ιωαννίνων, στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου αιώνα επιβάλλει ηρεμία στην περιοχή και ευνοεί την περαιτέρω ανάπτυξη της Κόνιτσας.  Αντιφατική προσωπικότητα ο Αλή, πέρα από τις θηριωδίες του, προστάτευσε τα γράμματα, τις τέχνες, το εμπόριο και πραγματοποίησε μεγάλο οικοδομικό έργο.  Στην Άνω Κόνιτσα σώζεται ερειπωμένο το αρχοντικό, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε η μητέρα του Χάμκω, κόρη του Ζεινέλ-Μπέη.  Την ίδια περίοδο χτίζονται μεγάλα αρχοντικά από τους περίφημους ντόπιους μαστόρους, σύμφωνα με την λιτή αρχιτεκτονική παράδοση του τόπου, με ελαφρώς διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά σε σχέση με αυτά της περιοχής Ζαγορίου.

Ο ναός των Αγίων-Αποστόλων στη Λάκα και ο Μητροπολιτικός ναός του Αγίου-Νικολάου είναι οι μόνοι που σώζονται εντός του οικισμού από την περίοδο της Τουρκοκρατίας.  Ο πρώτος ανακαινίστηκε στα 1791, στο εσωτερικό του όμως σώζονται από παλαιότερες φάσεις δύο στρώματα τοιχογραφιών και φορητές εικόνες, που χρονολογούν το μνημείο τουλάχιστον δύο αιώνες νωρίτερα. Ο Μητροπολιτικός ναός χτίστηκε στα 1842 στον τύπο της τρίκλιτης θολωτής Βασιλικής.  Οι φορητές εικόνες του Τέμπλου και αρκετές στον υπόλοιπο ναό είναι έργα Χιοναδιτών ζωγράφων από το β’ μισό του 19ου αιώνα.

Η Κόνιτσα απελευθερώθηκε τον Φεβρουάριο του 1913. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1925, οι περισσότερες μουσουλμανικές οικογένειες της Κόνιτσας μετανάστευσαν στην Τουρκία και στη θέση τους εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από την Καππαδοκία. Ο Άγιος Παΐσιος μεγάλωσε εδώ και σήμερα ένα εκκλησάκι είναι αφιερωμένο στο όνομα του δίπλα στο γεφύρι

Το 1940-41 δέχεται επίθεση από τους Ιταλούς και ταυτόχρονα επιδρομές Αλβανοσυμμοριτών, ενώ πλήρωσε ακριβό τίμημα στον εμφύλιο πόλεμο όπου αφανίστηκαν ολόκληρες οικογένειες.



9:30π.μ. -10:00.  Ενημέρωση από τους εκπαιδευτικούς του ΚΠΕ 

Κόνιτσας. Επίσκεψη στο μονότοξο γεφύρι στον Αώο.


Στα 1870-71 χτίζεται το μονότοξο γεφύρι του Αώου από συνεργείο του πρωτομάστορα Ζιώγα Φρόντζου από την Πυρσόγιαννη.



10:00-11:00. Προς  Πυρσόγιαννη.  (Μαστοροχώρια)


Τα Μαστοροχώρια είναι ομάδα ορεινών οικισμών στο βορειοανατολικό άκρο του Νομού Ιωαννίνων, στην περιοχή βόρεια της Κόνιτσας. Οι κάτοικοί τους ασχολούνταν στο παρελθόν με την οικοδομική τέχνη της πέτρας. Χτισμένα δεξιά και αριστερά του Σαραντάπορου ποταμού, φτάνουν μέχρι τις παρυφές του Γράμμου, στα Ελληνοαλβανικά σύνορα. Η περιοχή ορίζεται από τους συμπαγείς όγκους του Γράμμου (2.520 μ.) και των Αρρένων (2.192 μ.) στα βόρεια, του Σμόλικα (2.630 μ. ) και της Γύφτισσας (1.752 μ.) στα ανατολικά, του Κάμενικ (2.041 μ.) και του Γκόλιου (1.934 μ.) στα δυτικά.

Τα χωριά που αποτελούσαν τον παλιό Δήμο Μαστοροχωρίων είναι τα παρακάτω: Ασημοχώρι, Βούρμπιανη, Γοργοπόταμος, Δροσοπηγή, Οξυά, Καστάνιανη, Κεφαλοχώρι, Λαγκάδα, Πλαγιά, Πληκάτι, Πυρσόγιαννη, Χιονάδες, και ο οικισμός της Θεοτόκου.





Στο δήμο της Κόνιτσας αρχικά είχαν ενταχθεί η Αγία Παρασκευή (Κεράσοβο), Μόλιστα (Μεσαριά), Γαναδιό, Μοναστήρι (Μποτσιφάρι), Πουρνιά (Σταρίτσιανη) και πολλά άλλα χωριά που είχαν πολλούς μαστόρους στο παρελθόν. Τα βλαχοχώρια Φούρκα, Αετομηλίτσα και Δίστρατο (Μπριάζα) παρέμεναν ανεξάρτητες κοινότητες. Με το νέο νόμο «Καλλικράτης», ο Δήμος Μαστοροχωρίων μετονομάζεται σε «Δημοτική Ενότητα Μαστοροχωρίων» και συνενώνεται με το Δήμο Κόνιτσας και τις Κοινότητες Αετομηλίτσας, Διστράτου και Φούρκας και αποτελούν πλέον τον νέο Δήμο Κόνιτσας.

Όλα τα Μαστοροχώρια, υπήρξαν κέντρα των λαϊκών μαστόρων της πέτρας, των λαϊκών κτιστάδων (λιθοδόμων) και των πελεκάνων (λιθοξόων).






Ήδη από τον 19ο αιώνα στην Ήπειρο, όταν έλεγαν «Μαστοροχώρια» εννοούσαν τα χωριά κτιστάδων της επαρχίας Κόνιτσας. Για περισσότερο από τρεις αιώνες, οι μαστόροι ταξιδεύουν σε κάθε γωνιά της Ελλάδας και σε όλα τα Βαλκάνια. Από τα τέλη του 19ου αιώνα επιχειρούν τολμηρά και υπερπόντια ταξίδια: Αίγυπτος, Σουδάν, Αιθιοπία, Κογκό, Ταγκανίκα, Περσία, παραλιακή Τουρκία (Σμύρνη, Προύσα), Ρωσία (Ιρκούτσκ, Βλαδιβοστόκ), Γαλλία και Αμερική. Εμπνεόμενοι από το φυσικό περιβάλλον μετακινούνται σε διάφορες περιοχές κατασκευάζοντας κάθε είδους κτίρια: γεφύρια, σχολεία, εκκλησίες, σαράγια, τζαμιά, χαμάμ, αρχοντικά, φάρους, μύλους, λιοτρίβια. Τα έργα τους, σκορπισμένα επί αιώνες σε τόπους κοντινούς, αλλά και σε χώρες μακρινές, μιλούν από μόνα τους για τις αρχιτεκτονικές τους αρετές και την καλλιτεχνική τους αξία.





Όλη τους η τέχνη ήταν μία λέξη: αργά. Όσο πιο αργά δούλευαν, τόσο πιο καλοί μαστόροι ήταν. Τραγουδούσαν και σφύριζαν στο πελέκημα για να ξεχνιούνται και να μη βιάζονται. Εργάζονταν ομαδικά, οργανωμένοι σε ομάδες-μπουλούκια (μπ’λούκια, κομπανίες, παρέες), δηλαδή οικοδομικά συνεργεία, που στηρίζονταν στο εθιμικό δίκαιο, σε άγραφους, αυστηρούς κανόνες και σε μια απαράβατη ιεραρχία: μαθητούδια, τσιράκια, καλφάδες, αρχικαλφάδες, μάστοροι. Επικεφαλής του μπουλουκιού ήταν ο πρωτομάστορας (αρχιμάστορας), ο οποίος έπρεπε να έχει καταξιωθεί μέσα από την τέχνη του. Για να συνεννοούνται μεταξύ τους και να μην τους καταλαβαίνουν οι εκάστοτε εργοδότες, χρησιμοποιούσαν τη συνθηματική γλώσσα, τα κουδαρίτικ (κούδα=πέτρα). Έκτιζαν με ήθος, φιλότιμο και γνώση και θεμελίωσαν μια γηγενή αρχιτεκτονική αισθητική. Αξιώθηκαν να γίνουν μύθος και δημοτικό τραγούδι.

Η αναχώρηση των μπουλουκιών γινόταν συνήθως την άνοιξη και συγκεκριμένα την Καθαρά Δευτέρα και η επιστροφή το φθινόπωρο. Στον τόπο του αποχωρισμού εκτυλίσσονταν σκηνές «αρχαίας τραγωδίας», καθώς μανάδες και γυναικόπαιδα αποχαιρετούσαν τους ξενιτεμένους.

Τα έργα των μαστόρων από τα χωριά του Δήμου Μαστοροχωρίων είναι τόσα πολλά και ποικίλα, ώστε δίκαια έμεινε η φράση ότι αυτοί "έχτισαν τον κόσμο". Η παλαιότερη τεκμηριωμένη αναφορά επώνυμων μαστόρων από τα Μαστοροχώρια ανάγεται στα 1740 σύμφωνα με επιγραφική μαρτυρία σε αρχοντικό της Σιάτιστας και αφορά μαστόρους από το χωριό Μπλίσδιανη, τη σημερινή Λαγκάδα. Ωστόσο η τέχνη τους εξελίχτηκε και έφτασε στο απόγειό της τον 19ο αιώνα. Οι Πυρσογιαννίτες και Βουρμπιανίτες τεχνίτες, η φήμη των οποίων κυριαρχεί στα συγγράμματα, έχτισαν το 1871 το μονότοξο γεφύρι της Κόνιτσας όπως επίσης, το δίτοξο της Ζέρμας και πολλά τρίτοξα στα Ζαγοροχώρια. Τα μπουλούκια των μαστόρων έφτιαξαν καταπληκτικά μοναστήρια όπως: την ανακαίνιση της Μονής της Ζέρμας, τη Μονή Στομίου, τη Μονή της Παναγιάς Μολυβδοσκέπαστης, εκκλησίες όπως: του Αγίου Νικολάου Πυρσόγιαννης,



του Αρχιμαντρειού και της Μητρόπολης Ιωαννίνων και πλήθος άλλες, καμπαναριά στη Φιλιππιάδα και στη Δημητσάνα, σεράγια πασάδων στο χώρο της Ηπείρου και της Αλβανίας, αρχοντικά, μύλους, φούρνους και πέτρινα πηγάδια, ακόμα και φάρους όπως στο Λουτράκι στο Ηραίο ακρωτήριο. Δεν θα μπορούσαν να λείπουν και από πολλά έργα της Αθήνας στις αρχές του 20ού αιώνα, όπως είναι η αποπεράτωση του ναού της Παναγιάς Χρυσοσπηλαιώτισσας. Στις ΗΠΑ (Ντιτρόιτ) και στην Περσία μαστόροι από τα Μαστοροχώρια έκαναν εργασίες διάνοιξης σιδηροδρομικών γραμμών ή έκτισαν γέφυρες.

Ιστορικά, η περιοχή των Μαστοροχωρίων απελευθερώθηκε από την Οθωμανική κυριαρχία το 1913, κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο. Αργότερα υπήρξε από τα κυριότερα θέατρα των μαχών της Μάχης της Πίνδου κατά τον Ελληνο’ι’ταλικό Πόλεμο του 1940 αλλά και τον Ελληνικό Εμφύλιο "46-’49".

Αυτό που χαρακτηρίζει τα βουνά της περιοχής είναι η ποικιλία του τοπίου. Από τις δασωμένες πλαγιές ως τα αλπικά λιβάδια και από τα χαμηλά φαράγγια έως τις κορυφογραμμές. Η σύνθεση της χλωρίδας της περιοχής είναι ιδιαίτερα πλούσια σε αριθμό φυτικών ειδών και αποτελεί πόλο έλξης για τους βοτανικούς επιστήμονες. Έως σήμερα στην περιοχή έχουν βρεθεί 650 είδη που κατανέμονται σε 79 οικογένειες. Μεγάλης επίσης οικολογικής σημασίας είναι τα εκτεταμένα φυσικά ώριμα δάση που παραμένουν ανεπηρέαστα καθώς έμειναν εκτός εκμετάλλευσης για πολλές δεκαετίες λόγω του φόβου των ναρκοπεδίων και της εγκατάλειψης της περιοχής . Οξιές, μακεδονική δρυς, ανατολικός πλάτανος, μαύρη πεύκη, ελάτη, ρόμπολα είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά είδη των μεγάλων δέντρων που συναντούμε. Στα αλπικά λιβάδια του Γράμμου, συναντούμε και την Γκίστοβα ή Αλπική Λίμνη στα 2.350 μ. η οποία είναι η ψηλότερη από κάθε άλλη ορεινή λίμνη στην Ελλάδα και στην οποία ζουν τρία είδη τρίτωνα. Πλούσια είναι η πτηνοπανίδα στην περιοχή , όπου ξεχωρίζουμε 21 αρπακτικά πουλιά (σταυραετός, χρυσαετός, κιρκινέζι κλπ), δρυοκολάπτες, πετροπέρδικα κλπ καθώς και μεγαλύτερα θηλαστικά όπως αγριόγιδο, καφέ αρκούδα, αγριογούρουνα ,ζαρκάδια, ελάφια ,λύγκες, λύκοι και βίδρες.




11:00-12:30. Περιήγηση στην Πυρσόγιαννη με την καθοδήγηση των εκπαιδευτικών του ΚΠΕ Κόνιττσας.
Πραγματοποίηση εκπαιδευτικού προγράμματος.

"Παραδοσιακοί Οικισμοί. "







12:30-13:30  -  Προς Βοϊδομάτη (Κλειδωνιά)

13:30-14:00  -  Γεφύρι Κλειδωνιάς



14:00   -  Αναχώρηση για Βίτσα

15:00-15:30  -  Βίτσα. Περιήγηση




Η Βίτσα είναι χτισμένη σε υψόμετρο 990 μέτρων και βρίσκεται στο Κεντρικό Ζαγόρι πολύ κοντά στο Μονοδένδρι. Είναι ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της περιοχής του Ζαγορίου και απέχει από τα Ιωάννινα 38 χιλιόμετρα  με λιτά, πέτρινα σπίτια και όμορφη αρχιτεκτονική. Περπατήσαμε στα γραφικά καλντερίμια και απολαύσαμε την ηρεμία της φύσης. Από το χωριό ξεκινάει το μονοπάτι που οδηγεί στο πέτρινο γεφύρι του Μίσσιου που χτίστηκε το 1748 από τον Αλέξη Μίσσιο. Οι εκκλησίες της Βίτσας είναι ο Προφήτης Ηλίας που χρονολογείται το 17ο αιώνα, η Μονή της Παναγίας και το ναό των Ταξιαρχών του 17ου αιώνα.



16:00 –17:30. Μονοδένδρι

Επίσκεψη στο Μοναστήρι της Αγ. Παρασκευής
με θέα την χαράδρα του Βίκου.


Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1060μ, στο κεντρικό Ζαγόρι και απέχει 39 χιλιόμετρα από τα Ιωάννινα. Το όνομα του χωριού οφείλεται στο μεγάλο έλατο που υπήρχε στην πλατεία του μέχρι και το 1840. Το Μονοδένδρι αποτελεί έναν από τους πιο συχνούς προορισμούς των επισκεπτών της περιοχής, καθώς διαθέτει πολλές ομορφιές και αξιοθέατα και ταυτόχρονα προσφέρει εύκολη πρόσβαση στο γνωστό φαράγγι του Βίκου.




Η τουριστική ανάπτυξη του χωριού είναι μεγάλη και υπάρχουν πολλά ενοικιαζόμενα δωμάτια, παραδοσιακοί ξενώνες αλλά και γραφικές ταβέρνες και καφενεία. Δοκιμάσαμε τις καταπληκτικές πίτες που φτιάχνονται από τις γυναίκες και σερβίρονται στα μαγαζιά.

Στην συνέχεια ακολουθήσαμε  το κατηφορικό πέτρινο μονοπάτι που ξεκινά δίπλα από το ναό του Αγίου Αθανασίου και ύστερα από λίγη ώρα φθάσαμε στην είσοδο του μοναστηριού της Αγ. Παρασκευής ,που είναι χτισμένο στην άκρη ενός βράχου, πάνω από το φαράγγι.  Η επιγραφή στην είσοδο του ναού μας πληροφορεί ότι το μοναστήρι χτίστηκε το 1413-14 από τον βοεβόδα Μιχαήλ Θεριανό.






Από το μοναστήρι ξεκινά ένα μονοπάτι που είναι χαραγμένο πάνω στα βράχια κατά μήκος του γκρεμού και οδηγεί σε μια σπηλιά που χρησιμοποιούνταν από τους κατοίκους της περιοχής ως κρύπτη κατά την Τουρκοκρατία. Εντυπωσιαστήκαμε από την  ομορφιά του τοπίου και αγναντέψαμε την χαράδρα του Βίκου.  Σύμφωνα με πινακίδα της περιοχής, η χαράδρα έχει μπει στο βιβλίο Guinness ως η πιο βαθιά, με βάθος 900 μέτρα και άνοιγμα μόλις 1100 μέτρα. Από το Μονοδένδρι κατάγονταν μεγάλοι ευεργέτες με πιο γνωστούς τους αδελφούς Ριζάρη. Σε αυτούς τους ανθρώπους που έτρεφαν μεγάλη αγάπη για τον τόπο τους, οφείλεται η μεγάλη ακμή του το 17ο και 18ο αιώνα.







Τότε το Μονοδένδρι απέκτησε τα όμορφα αρχοντικά σπίτια, τα σχολεία και τις εκκλησίες που υπάρχουν στο μέρος. Σε αρχοντικό του χωριού λειτουργεί έκθεση του γυναικείου συνεταιρισμού της Ριζαρείου Σχολής  με κεντήματα και  υφαντά.






18:00-19:00.Δίλοφο. Περιήγηση.


Το Δίλοφο είναι ορεινό χωριό του νομού Ιωαννίνων και ανήκει στο συγκρότημα των Ζαγοροχωρίων της Ηπείρου. Είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1.000 μέτρων στις πλαγιές της Τύμφης. Το παλαιότερο όνομα του χωριού μέχρι το 1920 ήταν Σωπετσέλι ή Σο(μ)ποτσέλι, ονομασία η οποία στα σλάβικα και βλάχικα σημαίνει "τόπος με πολλά νερά".



Το Δίλοφο είναι από τα καλύτερα διατηρημένα χωριά του Ζαγορίου. Είναι χαρακτηριστικό δείγμα Ζαγορίτικης αρχιτεκτονικής, καθώς όλα τα κτίσματα είναι φτιαγμένα από τον τοπικό σχιστόλιθο- ζαγορίσια λευκή πέτρα και σκεπασμένα με μαύρες σχιστόπλακες- γι' αυτό τον λόγο το χωριό έχει ανακηρυχθεί παραδοσιακός οικισμός όπου μόνο ανακατασκευάζονται ή αναστηλώνονται παλαιά κτίρια.




Στα αξιοθέατά του περιλαμβάνονται πέτρινες βρύσες, λιθόστρωτα καλντερίμια, μικρά εκκλησάκια και αρχοντικά, ανάμεσα στα οποία και η ψηλότερη κατοικία στα Ζαγοροχώρια, ύψους 13,5 μέτρων, το αρχοντικό Μακρόπουλου, το οποίο σήμερα ανήκει στην οικογένεια Λουμίδη. Ο Γιώργος Μακρόπουλος ήταν ένας πάμπλουτος έμπορος, παντρεύτηκε όμως μια κοπέλα που καταγόταν από το γειτονικό χωριό Κουκούλι. Σύμφωνα με την παράδοση η νύφη στεναχωρέθηκε που θα έπρεπε να αφήσει το χωριό της για να ζήσει στο Δίλοφο, οπότε ζήτησε από τους μαστόρους να χτίσουν ένα πανύψηλο αρχοντικό για να μπορεί από τον επάνω όροφο ν' αγναντεύει το Κουκούλι.


20:00. Επιστροφή στο ξενοδοχείο - Διανυκτέρευση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου