Η Αθήνα περιβάλλεται από ορεινούς όγκους οι
οποίοι αποκλείουν και προστατεύουν την πόλη από τους επίδοξους εχθρούς της. Ο
δύσβατος δρόμος που μέχρι πρόσφατα ονομαζόταν Κακιά Σκάλα (3D), συνέδεε την Αθήνα με
την Κόρινθο στην αρχαιότητα αλλά επιφύλασσε και μια σειρά από κινδύνους.
Ονόματα όπως Σκίρων Θησέας, Ευπάλινος, που έχουν «ονοματοδοτήσει» τις σήραγγες της εθνικής οδού, λένε τίποτα
άραγε σε ένα περιηγητή και κυρίως σε ένα μαθητή?
Ο
Θησέας πρέπει να ήταν πολύ σημαντικός στην εδραίωση της κυριαρχίας των Αθηνών.
Αφού κατάργησε την υποτέλεια στους Μινωίτες, "καθάρισε" και τα
παράλια του Σαρωνικού από τους εχθρούς της πόλης του.
Κοντά στην
Επίδαυρο είχε το λημέρι του ο ληστής Περιφήτης, γιός του Ήφαιστου. Αυτός ήταν
ονομαστός γιατί σκότωνε τα θύματά του μ' ένα ορειχάλκινο (μπρούντζινο) ή
σιδερένιο ρόπαλο. Γι' αυτό λεγόταν και Κορυνήτης από τη λέξη
"κορύνη", αρχαία ονομασία για το ρόπαλο. Ο Θησέας τιμώρησε τον
Περιφήτη με το ίδιο του το όπλο. Ύστερα από μονομαχία του πήρε το ρόπαλο και
τον σκότωσε μ' αυτό.
Ο δεύτερος άθλος του πραγματοποιήθηκε στην
περιοχή του Ισθμού της Κορίνθου. Εκεί ενέδρευε ο Σίνης ο Πιτυοκάμπτης. Ο Σίνης
εφάρμοζε μια ανατριχιαστική τακτική για να εξοντώνει τους διαβάτες. Λύγιζε δυο
ψηλά δέντρα, "πίτυς", γι' αυτό ονομαζόταν Πιτυοκάμπτης, είτε πεύκα,
είτε κουκουναριές, και στο σημείο όπου οι κορυφές τους πλησίαζαν, έδενε το πάνω
μέρος του σώματος του θύματός του στη μια κορυφή και το κάτω μέρος στην άλλη.
Κατόπιν άφηνε ελεύθερα τα δέντρα, με φυσικό επακόλουθο το φριχτό διαμελισμό του
διαβάτη. Άλλοι μύθοι διαφοροποιούν κάπως
τον τρόπο θανάτωσης των θυμάτων του Σίνη. Αναφέρουν ότι ο Σίνης κατόρθωνε να
λυγίζει ένα δέντρο ως το έδαφος, να δένει τα θύματά του σ' αυτό και κατόπιν να
το αφήνει ελεύθερο, με αποτέλεσμα να εκσφενδονίζονται μακριά. Ο Θησέας, όπως
και στην περίπτωση του Περιφήτη, πλήρωσε τον Σίνη με το ίδιο νόμισμα. Ο ληστής
γνώρισε τον τρόμο των θυμάτων του.
Στην ίδια περιοχή, στον Κρομμυώνα, ο Θησέας
εξοντώνει τη Φαιά, που ήταν ένας θηλυκός αγριόχοιρος, και κατόπιν το διαβόητο
Σκίρωνα, που αποτελούσε μάστιγα των διαβατών. Ο ληστής δρούσε στους βράχους που
ονομάστηκαν Σκιρωνίδες πέτρες κοντά στα Μέγαρα. Εκεί ο Σκίρωνας υποχρέωνε τους
περαστικούς να του πλένουν τα πόδια και καθώς εκείνοι έσκυβαν, τους πετούσε με
μια κλοτσιά στη θάλασσα, όπου καραδοκούσε μια πελώρια χελώνα που τους
κατασπάραζε. Ο Θησέας άρπαξε τον Σκίρωνα από τα πόδια και τον έστειλε να
συναντήσει τα θύματά του.
Οι δοκιμασίες όμως του Θησέα συνεχίστηκαν. Περνώντας από την Πελοπόννησο στη Στερεά μέσω του Ισθμού, αντιμετώπισε στην Ελευσίνα τον Κερκυόνα. Ο Κερκυόνας ήταν παντοδύναμος και προκαλούσε τους διαβάτες να παλέψουν μαζί του, με τη συμφωνία, αν τον νικούσαν, να συνέχιζαν το δρόμο τους. Φυσικά κανείς δεν τα κατάφερνε, ο ληστής τους συνέθλιβε όλους στα μπράτσα του, εκτός του Θησέα που σήκωσε με άνεση τον Κερκυόνα ψηλά και τον έστειλε να "σκάσει" στο έδαφος.
Ύστερα ήρθε η σειρά του Προκρούστη. Ο τρομερός
ληστής και φονιάς ήταν γνωστός και με άλλα ονόματα, όπως όλοι οι εγκληματίες
άλλωστε. Τον ονόμαζαν και Δαμάστη ή Πολυπήμονα. Ο Προκρούστης υποδυόταν το
ξενοδόχο. Είχε στήσει δυο κρεβάτια στο δρόμο που οδηγούσε για την Αθήνα και
όποιον ταλαιπωρημένο οδοιπόρο έβλεπε να περνά τον προσκαλούσε να ξεκουραστεί.
Τα κρεβάτια αυτά όμως, είχαν μια ιδιομορφία. Το ένα ήταν μακρύ και το άλλο
κοντό. Ο "φιλόξενος" Προκρούστης πρόσφερε στους κοντούς το μακρύ
κρεβάτι και στους ψηλούς το κοντό. Όπως ήταν επόμενο οι άνθρωποι δε χωρούσαν σε
κανένα κρεβάτι. Ο Προκρούστης τότε αποκαθιστούσε τις "ισορροπίες".
Ο Θησέας σκοτώνει τον Προκρούστη |
Τραβούσε ή χτυπούσε με σφυρί τους κοντούς για να
προσαρμοστούν στο μήκος του κρεβατιού και ακρωτηρίαζε τα επάνω ή κάτω άκρα του
σώματος των ψηλών με τον ίδιο σκοπό. Όπως και οι προηγούμενοι ληστές, ο
Προκρούστης γνώρισε το θάνατο από τον Θησέα, επάνω σ' ένα από τα κρεβάτια του.
Η
Μυθολογία αλληγορικά εξηγεί τη σημαντικότητα της γεωγραφικής θέσης του Ισθμού,
ταυτόχρονα δίνει και οικολογικές πληροφορίες, για παράδειγμα ότι στην
Πελοπόννησο συναντούσες δελφίνια σύμφωνα με τον μύθο του Παλαίμονα.
3D απεικόνιση |
Ο Ισθμός, το στενό κομμάτι γης, που ενώνει την
Πελοπόννησο με τη Στερεά Ελλάδα, αποτέλεσε σημείο τριβής μαζί με την Κόρινθο,
μεταξύ του Ποσειδώνα και του Ήλιου. Οι υπόλοιποι θεοί που έκριναν τη διαμάχη
αποφάσισαν ο Ήλιος να κρατήσει την περιοχή της Κορίνθου, ενώ ο Ποσειδώνας να
κυριαρχήσει στην περιοχή του Ισθμού. Εκεί, σύμφωνα με το μύθο, η θάλασσα
ξέβρασε το πτώμα του Μελικέρτη στην πλάτη ενός δελφινιού. Ο Μελικέρτης, γιος
της Ινούς, της μητριάς του Φρίξου και της Έλλης, από τον Ορχομενό της Βοιωτίας,
πνίγηκε στα νερά του Αιγαίου, όταν η μητέρα του αλλόφρων έπεσε στη θάλασσα
κρατώντας τον στην αγκαλιά της. Οι κάτοικοι της περιοχής συνέλεξαν το πτώμα του
άτυχου παιδιού, τον ονόμασαν Παλαίμονα και τον λάτρεψαν σαν θεότητα,
καθιερώνοντας αγώνες προς τιμήν του, τα περίφημα Ίσθμια.
Ο
θείος του Σίσυφος βασιλιάς της Κορίνθου, τον έθαψε με τιμές και καθιέρωσε προς
τιμήν του αγώνες προδρόμους των Ισθμίων. Με την πληρέστερη μορφή τους
χρονολογούνται από το 582 π.Χ., ετελούντο κάθε δύο χρόνια και στους νικητές απονεμόταν
στεφάνι πεύκου και αργότερα αγριοσέλινου. Οι αγώνες ήσαν υπό την εποπτεία της
Κορίνθου έως την κατάληψη και καταστροφή της από Ρωμαϊκά στρατεύματα το 146 π.Χ.
Ετελούντο έως τα τέλη του 3ου μ.Χ. αιώνα.
Ήταν
όμως και πολύ σημαντικός τόπος στην αρχαία εποχή από άποψη πολιτικής
λειτουργίας. Η περιοχή λόγω και της επίκαιρης γεωγραφικής της θέσης αποτέλεσε
τόπο συνεδρίων – συναθροίσεων κατά τα έτη:
- 481
και 480π.Χ. για την αντιμετώπιση των Περσών
- 337π.Χ. ο Φίλλιπος Β’ ανακηρύσσεται αρχιστράτηγος των Ελλήνων.
- 336π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος ανακηρύσσεται αρχιστράτηγος όλων των Ελλήνων.
- 302π.Χ. ο Δημήτριος Πολιορκητής αναγορεύεται ηγεμόνας της Ελλάδας.
- 196π.Χ. η Κορινθία γίνεται έδρα της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Όμως μια σειρά από αρχαιολογικούς χώρους υπάρχουν σε μικρή απόσταση από τον Ισθμό.
Έτσι
αν αποφασίσεις να επισκεφτείς στην περιοχή αξίζει να δεις ανάμεσα στα άλλα τον ναό του Ποσειδώνα, το
Παλαιμόνιο, το Θέατρο, τα Ρωμαϊκά λουτρά, το Μουσείο, την Ακροκόρινθο, και την
Αρχαία Κόρινθο.
Ναός Ποσειδώνα (3D): Ο πρώτος κτίστηκε μεταξύ 690-650π.Χ.
Μεγάλη πυρκαγιά τον κατέστρεψε περίπου το 450π.Χ. και αμέσως στη θέση του
κτίστηκε μεγαλύτερος δωρικού τύπου. Μια δεύτερη πυρκαγιά το 390π.Χ. κατέστρεψε
μεγάλο μέρος του για να ανοικοδομηθεί στον ίδιο ρυθμό. Μετά την εισβολή των
Ρωμαίων υπέστη ζημιές το 148π.Χ. για να ανακατασκευασθεί και εξωραϊσθεί στα
τέλη του 1ουμ.Χ. αιώνα. Η λειτουργία του σταματά με την επιδρομή των Βησιγότθων
του Αλάριχου τον 4ομ.Χ. αιώνα.
Στάδιο: Κατασκευάζεται αρχικά γύρω στο 550π.Χ.
Τον 3οπ.Χ.αι. γίνεται το νέο στάδιο όπου ετελούντο τα Ίσθμια. Έχει διασωθεί ένα
σπουδαίο σύστημα άφεξης αθλητών η ύσπληξ.
Παλαιμόνιο: Τόπος λατρείας του μικρού
Παλαίμωνα, ο οποίος θεωρείτο και προστάτης των ναυτικών. Προς τιμήν του,
θυσιάζονταν ταύροι. Η πρώτη φάση της κατασκευής γίνεται στα χρόνια του Νέρωνα
(μέσα 1ου μ.Χ. αιώνα), ενώ η πέμπτη και τελευταία επί Αντωνίνων το 161-169μ.Χ.,
συνδέεται δε με μια δίοδο που οδηγεί στον «πιθανό τάφο» του Παλαίμονα.
Θέατρο: Βρίσκεται βορειοανατολικά του ναού
Ποσειδώνα. Κτίστηκε περίπου το 400π.Χ. για να ικανοποιεί τα μουσικά αγωνίσματα
των Ισθμίων.
Ρωμαϊκά λουτρά: Κατασκευάστηκαν μεταξύ 150-160μ.Χ.
πιθανόν από τον Ηρώδη Αττικό. Το μωσαϊκό τους είναι παρόμοιο με αυτά στην Όστια
και Πομπηία. Στο κεντρικό τμήμα υπάρχουν δύο παραστάσεις που απεικονίζουν
τον «θαλασσινό θίασο», πομπή θαλάσσιων όντων που σχετίζεται με τη λατρεία του
Διονύσου. Παρατηρούμε ιδιαίτερα το χταπόδι με τα 7 πλοκάμια και τα καβούρια. Σε
άλλο ασπρόμαυρο ψηφιδωτό απεικονίζεται μάλλον Νηρηίδα που ιππεύει έναν Τρίτωνα
και περιβάλλεται από διάφορα θαλάσσια όντα. Κάτω από το δάπεδο του Ρωμαϊκού
λουτρού βρίσκονται ίχνη λουτρού Ελληνικής κλασσικής περιόδου.
Αρχαιολογικός χώρος Ισθμίων |
Σπήλαια:. Είναι δύο «βορειοανατολικό» και
«θεάτρου». Κατασκευάστηκαν περί τα τέλη του 5ουπ.Χ. αιώνα. και εξυπηρετούσαν τα
λατρευτικά δείπνα.
Δυτικό υδραγωγείο: Βρίσκεται δυτικά του ναού του
Ποσειδώνα. Σώζονται δεξαμενή (συλλεκτήρας) και αγωγός νερού.
Στην
παραλία της Κρυφής παρατηρούμε ερείπια τείχους μυκηναϊκής περιόδου (περί το
1.200π.Χ.).
Το Μουσείο: Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ισθμίας
κατασκευάστηκε την περίοδο 1970-1978 και περιλαμβάνει συλλογές ευρημάτων από
τον αρχαιολογικό χώρο Ισθμίας καθώς και το αρχαίο λιμάνι των Κεχγρεών. Το πιο
εντυπωσιακό έκθεμα και μοναδικό στην Ελλάδα είναι οι 87 καλλιτεχνικοί πίνακες
Opus Sectilae, δηλαδή ψηφιδωτά από ελεφαντόδοντο και γυαλί. Εντός του
αρχαιολογικού χώρου λειτουργεί από το 1978 Μουσείο, όπου παρατηρούμε:
-
Το μαρμάρινο αρχαϊκό περιρραντήριο. Υπήρχε από τα τέλη του 7ου π.Χ. αιώνα στο
ναό (πρώτο) Ποσειδώνα.
-
Τα Υαλοθετήματα των Κεχρεών. Έφθασαν συσκευασμένα ανά δύο σε πλοίο προερχόμενο
από την Αλεξάνδρεια και βρέθηκαν βυθισμένα στην περιοχή. Είναι έγχρωμα σε τύπο
που μοιάζει με σημερινά βιτρώ.
-Το αυτοκρατορικό άγαλμα στο τύπο του Δία (μέσα 2ου
π.Χ. αιώνα.)
- Την Επινίκια στήλη με πορτραίτο του Κορίνθιου
μουσικού Λεύκιου Κορνήλιου (150μ.Χ.)
- Τους εμπορικούς αμφορείς από Ίσθμια, Ράχη,
Κεχριές, Βυζαντινό οχυρό.
- Τα λατρευτικά και τα οπλικά αναθήματα.
- Τα αντικείμενα των προϊστορικών νεκροταφείων της
περιοχής του Ισθμού.
Αρχαία Κόρινθος (3D): Ο αρχαιολογικός χώρος της Αρχαίας Κορίνθου
βρίσκεται στους βόρειους πρόποδες του λόφου του Ακροκορίνθου, γύρω από τον Ναό
του Απόλλωνα. Συστηματικές ανασκαφές στην περιοχή που συνεχίζονται ακατάπαυστα
μέχρι σήμερα, άρχισαν το 1896 από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, και έχουν φέρει στο φως τη Ρωμαϊκή Αγορά της
πόλης, ναούς, κρήνες, καταστήματα, στοές, λουτρά και ποικίλα άλλα μνημεία.
Αρχαία Κόρινθος |
Οι έρευνες
επεκτάθηκαν ως το φρούριο του Ακροκορίνθου (3D), σε προϊστορικούς οικισμούς στην
κορινθιακή πεδιάδα στον βορρά, όπως ο λόφος του Κοράκου, το Θέατρο, το Ωδείο,
το Ασκληπιείο, τα νεκροταφεία, ο Κεραμεικός, καθώς και άλλα κτήρια εκτός του
κύριου αρχαιολογικού χώρου.
Ακροκόρινθος: Στον Ακροκόρινθο (3D), το κάστρο της
Κορίνθου, οι ανασκαφές ξεκίνησαν το 1961 από την Αμερικανική Αρχαιολογική
Σχολή. Τα σημαντικότερα κτίσματα που ήρθαν στο φως είναι τα εξής: Ο ναΐσκος της
Αφροδίτης, οι μικροί ναοί που ήταν αφιερωμένοι στη Δήμητρα και την Κόρη, οι
βωμοί του Ήλιου και η κρήνη της «Επάνω Πειρήνης».
Ακροκόρινθος |
Επειδή το κάστρο ήταν σε διαρκή χρήση
από την πρώιμη αρχαιότητα μέχρι και πρόσφατα, τα κατά καιρούς κτίσματα έχουν
αποδομηθεί κι αναδομηθεί διαφορετικά πολλές φορές, ενώ το οικοδομικό υλικό έχει
χρησιμοποιηθεί πολλάκις για να καλύψει τις ανάγκες των εποχών. Έτσι τα ευρήματα
της αρχαιότητας είναι πραγματικά πενιχρά, παρά το γεγονός ότι το οικοδομικό
υλικό αυτής της εποχής είναι διάσπαρτο στο χώρο και ξαναχρησιμοποιημένο σε
νεότερα κτίρια.
Κεγχριές: Οι Κεγχριές (3D) ήταν το ανατολικό λιμάνι
της αρχαίας Κορίνθου στο Σαρωνικό κόλπο. Στην παραλία υπάρχουν βυθισμένα
τμήματα της αρχαίας κατασκευής του λιμανιού, όπως η νότια προβλήτα, οι
ιχθυοδεξαμενές, ο ρωμαϊκός ναός της Ίσιδας, αλλά και ο Χριστιανικός που τα
θεμέλιά τους είναι επίσης βυθισμένα.
Λέχαιο (3D): Το
λιμάνι λειτουργούσε από την προκλασική περίοδο και ήταν μεγάλης σημασίας για
την πόλη της αρχαίας Κορίνθου τον 7ο π.Χ. αιώνα, κατά δε την
κλασσική περίοδο το λιμάνι συνδεόταν με την πόλη της αρχαίας Κορίνθου με μακρά
τείχη. Το λιμάνι δεν είναι φυσικό, αλλά είναι ανθρωπογενής κατασκευή.
Αποτελείτο από δύο τμήματα, το εσωτερικό και το εξωτερικό. Το εσωτερικό λιμάνι
ήταν τεχνητό, κατασκευάστηκε σε μία προϋπάρχουσα ελώδη περιοχή που
διαχωρίζονταν από την θάλασσα με μία φυσική αμμολωρίδα και θίνες.
Λέχαιο: το εξωτερικό λιμάνι και τα εσωτερικά καταφύγια |
Είναι αποτέλεσμα συνεχούς
και εκτεταμένης εκβάθυνσης κυρίως κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους, σχηματίζοντας
τρία τμήματα που συνδέονταν μεταξύ τους με κανάλια και συνδεόταν με ένα ή δύο
κανάλια με την θάλασσα. Δύο λόφοι ύψους 15μ κυριαρχούν στη περιοχή και είναι
αποτέλεσμα των εκβαθύνσεων. Ένα μικρό τεχνητό νησί βρίσκεται στο δυτικό τμήμα
του εσωτερικού λιμανιού. Στη θάλασσα υπήρχαν δύο προβλήτες, υπολείμματα των
οποίων είναι σήμερα ορατά τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα. Μεταξύ του
δυτικού τμήματος του λιμανιού και της ακτογραμμής διακρίνονται τα ερείπια μιας
παλαιοχριστιανικής βασιλικής εντυπωσιακών διαστάσεων.
Η περιοχή. Το Μετσόβιο της αρχαίας
εποχής…
Δεν
μπορεί να είναι τυχαίο ότι στην περιοχή γεννήθηκαν μηχανικοί ή αναπτύχθηκαν
πρωτοποριακά έργα μηχανικής στην αρχαία εποχή. Ας αναφερθούμε σε αυτούς ή σε
αυτά. Ο Ευπαλίνος που γεννήθηκε στα Μέγαρα,
ο Αμεινοκλής, ο Δίολκος.
Ο Ευπαλίνος: Τον 6ο αιώνα π.Χ. ο αρχιτέκτονας Ευπαλίνος από τα
Μέγαρα δημιούργησε ένα τεχνικό θαύμα, αν αναλογιστεί κανείς ότι ανάλογα έργα
παρουσιάζουν τεχνικές δυσκολίες ακόμη και σήμερα, 2.500 χρόνια μετά και με
τεχνικά μέσα όπως το GPS, που κάνουν τις μελέτες διαδικασία ρουτίνας. Ο
τύραννος της Σάμου, Πολυκράτης, κάλεσε τον Ευπαλίνο να εξασφαλίσει την
υδροδότηση του νησιού με την κατασκευή ενός υπόγειου υδραγωγείου. Ο Πολυκράτης
ήθελε το υδραγωγείο να είναι υπόγειο για να μην είναι ορατό από τυχόν εισβολείς
οι οποίοι θα έκοβαν την παροχή νερού στην πόλη σε περίπτωση πολιορκίας.
Ο αγωγός έχει μήκος 2,5χλμ και βάθος 1.036 μέτρα κάτω
από το βουνό. Προτού ξεκινήσει το σκάψιμο, ο Ευπαλίνος έδωσε εντολή να χαραχτεί
η διαδρομή του στην επιφάνεια του εδάφους ώστε να παρακολουθεί την πρόοδο του
έργου και από την επιφάνεια. Το άνοιγμα της σήραγγας είχε διαστάσεις 1.80μ.
ύψος και 1.80μ. πλάτος. Πλάι στον διάδρομο κατασκεύασε μια τάφρο σε βάθος 70
πόντων για να περνάει το νερό, μέσα από κεραμικούς σωλήνες που τοποθετήθηκαν με
σχολαστικότητα, αφού αυτοί θα υδροδοτούσαν την πόλη.... Έφτιαξε δηλαδή μια
μικρότερη σήραγγα μέσα στο τούνελ γιατί όταν ολοκληρώθηκε το έργο, η πηγή στις
Αγιάδες βρέθηκε σε χαμηλότερο επίπεδο από τη σήραγγα. Έτσι έδωσε μια ελαφρά
κλίση και εξασφάλισε την απρόσκοπτη ροή του νερού μέσα στη στοά προς το
Πυθαγόρειο. Επιπλέον, κατέστησε εύκολη τη συντήρηση του έργου και την
επιδιόρθωση τυχόν ζημιών...
Ο Αμεινοκλής: Από τον 9ο μέχρι τον
7οπ.Χ. αιώνα, η ονομαστή δωρική οικογένεια των Βακχιάδων αναλαμβάνει την
ηγεμονία της πόλης και εγκαθιδρύει αρχικά το βασιλικό πολίτευμα και στη
συνέχεια κυβερνά με Ολιγαρχικό πολίτευμα μέχρι το 657π.Χ., εκλέγοντας κάθε
χρόνο έναν Πρύτανη, το Συμβούλιο και τον Πολέμαρχο.
Η Κόρινθος είχε παράδοση στην
ναυπηγική. Στα χρόνια του Περίανδρου το 704π.Χ. ο Αμεινοκλής, κατά διαταγή των Κορινθίων επινόησε
την τριήρη προσθέτοντας μια σειρά κουπιών σε σχέση με τα προηγούμενα πλοία,
κάτι που έδινε πολύ μεγάλη ταχύτητα στο πλοίο, ανοίγοντας νέους δρόμους στην ναυπηγική
ιστορία του τόπου μας. Οι
ερέτες παρ’ όλο που ήταν περί τους διακόσιους τοποθετούνταν με θαυμαστό τρόπο
σε τρεις σειρές. Θαλαμίτες, ζυγίτες και θρανίτες τους ονόμαζαν, ανάλογα σε ποιά
θέση κάθονταν και κωπηλατούσαν. Οι τριήρεις είχαν όμως και ιστία πολύ πιο
μεγάλα από τα μέχρι τότε. Την ίδια εποχή, τα κορινθιακά κεραμικά εργαστήρια
παρουσιάζουν μεγάλη άνθιση και υιοθετούν μια νέα τεχνική διακόσμησης των
αγγείων, που ονομάζεται μελανόμορφη και φέρνει επανάσταση στην ελληνική τέχνη. Αυτό
είχε συνέπεια από τον 7ο αιώνα π.Χ. η πόλη να κυριαρχεί στις θάλασσες και τις αγορές.
Πλούτος και δόξα συνέρευσαν στην πόλη, που κατά τους επόμενους αιώνες ήταν το
συνώνυμο της πολυτέλειας και της χλιδής.
Η
ολκάς αντιθέτως διέφερε από τις τριήρεις. Είχε πολύ μικρά κουπιά και ένα
κεντρικό ιστίο για να βοηθάει την κίνηση
της ο άνεμος. Διάλεγε την περίοδο για ταξίδι, όταν φυσούσαν από τα στενά
σταθεροί βόρειοι άνεμοι και ταξίδευε την μέρα, ενώ την νύχτα άραζε. Είχε όμως
δυνατότητα να κουβαλά μεγάλο φορτίο με δέρματα και ξυλεία, που σίγουρα θα την
πωλούσε στην Κόρινθο μιας και τα ναυπηγεία της ήταν σε οργασμό. Χρειαζόταν όμως
να περνάει από τον Σαρωνικό στον Κορινθιακό. Έτσι επινοήθηκε ο δίολκος.
Ο
Δίολκος (χάρτης): Οι αρχαίοι Κορίνθιοι επί εποχής Περίανδρου, περίπου τον
6ο π. Χ. αιώνα κατασκεύασαν τον Δίολκο, μήκους περί τα 7,5χλμ. Ήταν ένας
λιθόστρωτος δρόμος με αυλάκια που συνέδεε την Ποσειδωνία με τον Σχοινούντα. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, η «Άφνειος
Κόρινθος» αναδείχθηκε από την αρχαιότητα σε σπουδαίο ναυτικό, εμπορικό και
πολιτιστικό κέντρο. Η δυσκολία στη μεταφορά των εμπορευμάτων δια ξηράς ώθησε
τον Τύραννο της Κορίνθου Περίανδρο να κατασκευάσει τον περίφημο Δίολκο, ένα
πλακόστρωτο διάδρομο, «ντυμένο» με ξύλα, πάνω στον οποίο γλιστρούσαν τα πλοία
της εποχής αλειμμένα με λίπος για να περάσουν τον Ισθμό από τη μια ακτή στην
άλλη. Τα πανάκριβα τέλη (διόδια) που καταβάλλονταν στην Κόρινθο ήταν και το πιο
σημαντικό έσοδο της πόλης. Από μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων προκύπτει ότι ο
Περίανδρος ήταν ο πρώτος που σκέφθηκε και τη διάνοιξη του Ισθμού, γύρω στο 602
π.Χ. Γρήγορα, όμως, εγκατέλειψε το σχέδιο του, από το φόβο ότι θα προκαλούσε
την οργή των Θεών, έπειτα από το χρησμό της Πυθίας που έλεγε:
«Ισθμόν
δε μη πυργούτε μήδ' ορύσσετε. Ζευς γαρ έθηκε νήσον η κ' εβούλετο».
Το πιθανότερο είναι ότι ο
χρησμός προκλήθηκε από τους ιερείς των διαφόρων ναών, που φοβήθηκαν ότι
διανοίγοντας τον Ισθμό θα έχαναν τα πλούσια δώρα και τα αφιερώματα των εμπόρων,
που δεν θα είχαν πια λόγο να μένουν στην Κόρινθο.
Ο βασικός, όμως, λόγος που ανάγκασε τον
Περίανδρο να εγκαταλείψει το σχέδιό του δεν ήταν η θεϊκή οργή αυτή καθαυτή,
αλλά οι τεράστιες τεχνικές δυσκολίες εκτέλεσης του έργου και τα οικονομικά
συμφέροντα της Κορίνθου, που επιθυμούσε να διατηρήσει την προνομιούχο θέση της
ως «κλειδούχος» του διαμετακομιστικού εμπορίου της Μεσογείου. Άλλωστε, η
συνέχιση του «περάσματος» των πλοίων δια του «Δίολκου» δεν παρουσίαζε ιδιαίτερα
προβλήματα στην Κόρινθο, διότι τα τότε πλοία ήταν μικρών διαστάσεων (ολκάδες)
και η μυϊκή δύναμη των δούλων και των ζώων ήταν επαρκής για το σκοπό αυτό. Ως το 1956 οπότε άρχισαν ανασκαφικές εργασίες στην περιοχή του Ισθμού της
Κορίνθου για την αποκάλυψη του Δίολκου, είχαν εκφρασθεί από τους νεότερους
μελετητές διάφορες γνώμες σχετικά με τη θέση και τη μορφή του. Παραδείγματος
χάρη ο Φρέιζερ θεωρούσε ότι ο Δίολκος θα έπρεπε να είχε τη μορφή «τροχιοδρόμου»
(tramway), στηριζόμενος στην
παρατήρηση ενός μικρού τμήματος που είχε διατηρηθεί κοντά στη γέφυρα της
διώρυγας. Η χρονολόγηση του Δίολκου τοποθετείται στα χρόνια του
Περιάνδρου και στηρίζεται κυρίως στην ανεύρεση μερικών θραυσμάτων αγγείων κάτω
από τους κυβόλιθους σε ορισμένα σημεία της, καθώς και σε γράμματα χαραγμένα
πάνω στις πλάκες του δρόμου, τα οποία θα είχαν μάλλον καθοδηγητικό σκοπό.
Οι ανασκαφές του Ν. Βερδελή απεκάλυψαν ένα αρκετά μεγάλο τμήμα του
Δίολκου και έλυσαν τις απορίες που συνδέονταν με αυτή. Προσδιορίσθηκε η ακριβής
διαδρομή την οποία ακολουθούσε. Ξεκινούσε στον Κορινθιακό από το σημείο όπου
σήμερα βρίσκεται ο σηματοδότης για τα πλοία που κατευθύνονται προς τη διώρυγα,
προχωρούσε για ένα διάστημα προς τα ανατολικά και από εκεί στρεφόταν προς τα
βορειοανατολικά και πάλι προς τα νοτιοανατολικά, ώσπου κατέληγε στον Σαρωνικό
Κόλπο ανατολικά της διώρυγας, στο σημερινό Καλαμάκι, τον αρχαίο Σχοινούντα. Από
την άποψη της τεχνικής κατασκευής της, ο Δίολκος είχε τη μορφή δρόμου στρωμένου
με κυβόλιθους κομμένους από πωρόλιθο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου