ИСТОРИЯ ПОНТИЙСКОГО ЭЛЛИНИЗМА
Β.
Κωνσταντινίδης, εκπαιδευτικός, περιηγητής.
Μέρες του ’24.
Καράβια πάνε και έρχονται στον Πειραιά και την Καλαμαριά, αλλά και σ’ άλλες πόλεις. Ξεφορτώνουν ανθρώπινα ερείπια που μοιάζουν περισσότερο με τρομαγμένα ζώα, παρά με έλλογες υπάρξεις. Πιο πολλά μωρά και γυναίκες παρά άνδρες. Και αυτοί λιγοστοί και αμίλητοι.
Καράβια πάνε και έρχονται στον Πειραιά και την Καλαμαριά, αλλά και σ’ άλλες πόλεις. Ξεφορτώνουν ανθρώπινα ερείπια που μοιάζουν περισσότερο με τρομαγμένα ζώα, παρά με έλλογες υπάρξεις. Πιο πολλά μωρά και γυναίκες παρά άνδρες. Και αυτοί λιγοστοί και αμίλητοι.
Στον ερχομό
τους κάποιοι πεθαίνουν από μολυσματικές ασθένειες και η διαταγή των καπετάνιων
των καραβιών που τους μεταφέρουν είναι: τα πτώματα να ριχθούν στην μηχανή του
καραβιού να καούν με τα κάρβουνα. Μέσα τους όμως παρόλο τον πόνο τους κουβαλούν
πολιτισμό. Τον πολιτισμό της ψυχής…
Αν θες να ορίσεις
ένα Πόντιο με τρεις λέξεις αυτές είναι:
Ψυχή,
αντοχή, δημιουργία.
Όποιος Πόντιος
δεν επιβεβαιώνει αυτές τις ιδιότητες είναι Πόντιος εκ συμπτώσεως και όχι εκ
συνειδήσεως. Ας ανατρέξουμε στο παρελθόν για να ξετυλίξουμε το νήμα της
ιστορίας.
Ο Πολιτισμός
του Πόντου.
Μετά τον Α΄ Αποικισμό,
λόγω του ότι στον Ελλαδικό χώρο και τα παράλια της Μικράς Ασίας εμφανίστηκαν οι
Δωριείς αναγκάζονται τα παλαιότερα ελληνικά φύλλα – οι Ίωνες – να μετακινηθούν
προς τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, εκεί που ήδη είχαν περιηγηθεί παλαιότεροι πρόγονοι τους. Έτσι οι Μιλήσιοι φθάνουν στην
Αμισό (756 π.Χ.) και ιδρύουν περί τις 60 αποικίες στον Εύξεινο Πόντο (Άξενο Πόντο),
εκτοπίζοντας ή εξελληνίζοντας γηγενή φύλλα, όπως τους Χάλυβες ή Χαλδαίους, τους
Μοσσύνοικους, τους Παφλαγόνες, τους Μάκρωνες, τους Κόλχους κ.α.
«Άπλουν γάρ είναι τότε την θάλατταν ταύτην και καλείσθαι Άξενον δια το
δυσχείμερον …Ύστερον δ’ Εύξεινον κεκλήσθαι, των Ιώνων εν τη παραλία πόλεις
κτησάντων ». Στράβωνος
Γεωγραφικά.
Το 400 π.Χ. οι Μύριοι του Ξενοφώντα έκπληκτοι συναντούν
ελληνικούς πληθυσμούς στην περιπλάνησή τους στις Ποντικές Άλπεις, άρα μεγάλο
μέρος της ενδοχώρας και των παραλίων του Πόντου ήταν ήδη εξελληνισμένο. Ο Μ.
Αλέξανδρος στην πορεία του προς την Περσία εξελληνίζει όλη την Εγγύς Ανατολή
και οι γηγενείς κάτοικοι της φέρουν περί πολλού το να δηλώνουν απόγονοι ενός
υπέρτερου πολιτισμού. Μεγάλες μορφές των γραμμάτων την αρχαία εποχή στον Πόντο
είναι ο κυνικός φιλόσοφος Διογένης ο Σινωπεύς και ο γεωγράφος Στράβων από την
Αμάσεια.
Αυτό συμβαίνει και με τους Μιθριδάτες (2ος
π.Χ. – 1ος π.Χ.) που παρόλο που έχουνε Περσική καταγωγή, έχουν τόσα
ελληνικά πολιτιστικά στοιχεία, ώστε ο πολιτισμός τους να θεωρείται ελληνικός.
Στην Ρωμαϊκή εποχή ο Πόντος δεν ήταν σε ακμή
και αρχίζει να αποκτά στρατηγική συμμαχία, μόνο όταν αργότερα ο στρατηγός του
Ιουστινιανού Βελισάριος κτίζει μια σειρά από φρούρια – κάστρα στο πέρασμά του
προς την Περσία, ανάμεσα στις πολυσχιδείς κοιλάδες των Ποντιακών Άλπεων. Ανάμεσα
στα πολλά είναι και το κάστρο της Αμάσειας.
Το
γεγονός αυτό καθιερώνει στους κατοίκους των φρουρίων την ακριτική συνείδηση της φύλαξης των περασμάτων
και την προστασία των πόλεων τους και αυτή η συνείδηση θα διατηρηθεί για
πολλούς αιώνες.
Εν των μεταξύ
έχει προηγηθεί η διάδοση του Χριστιανισμού στην περιοχή από τους Αποστόλους
Ανδρέα και Πέτρο, συμβάλλοντας ώστε στην περιοχή να εδραιωθεί η ελληνική
συνείδηση, λόγω του ότι η γλώσσα του Ευαγγελίου είναι η Ελληνική και στους
Βυζαντινούς χρόνους μια σειρά από μοναστήρια ιδρύονται στον Πόντο που θα
αποτελέσουν την Κιβωτό διάσωσης του Ελληνισμού σε χαλεπούς καιρούς. Από τον
Πόντο κατάγονται εξ’ άλλου ο Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης και ο Νίκων ο
Μετανοείτε.
Από τα μέσα του
11ου αιώνα όμως αρχίζει η εγκατάσταση σταδιακά πληθυσμών από τις
Μογγολικές στέπες, όπως οι Τουρκομάνοι Ασπροπροβατάδες και οι Σελτζούκοι. Αυτοί δεν διαθέτουν
πολιτισμό και ότι βρίσκουν μπροστά τους το ενσωματώνουν δια της βίας. Από τους
Πέρσες την Ισλαμική θρησκεία και την αρχιτεκτονική, από τους Χριστιανικούς
λαούς της Μικράς Ασίας τον πλούτο και τα στελέχη του στρατού τους (Γενί-τσαρί =
νέος στρατός). Η ήττα του Ρωμανού του Διογένη στο Ματζικέρτ (1071) και στο Μυριοκέφαλο (1176) σημαίνει την
οριστική απώλεια των ανατολικών επαρχιών και την συρρίκνωση του ελληνισμού και
η Θεοδοσιούπολις αποκαλείται εφ’ εξής (Ερς-εζ-ρουμ = μέχρι εκεί που είναι οι ρουμ=
Ρωμαίοι, δηλαδή οι Έλληνες).
Όμως κάποιες περιοχές του Πόντου
αντιστέκονται, όπως η Χαλδία με τον δούκα Θεόδωρο Γαβρά και για κάποια χρόνια
διατηρούν την ανεξαρτησία τους.
Το 1204 μετά την Άλωση της Πόλης από τους Φράγκους, ο Αλέξιος Κομνηνός αποφασίζει να καταλάβει μέρος της παραλιακής ζώνης του Πόντου και να ιδρύσει την Αυτοκρατορία του Πόντου. Οι Κομνηνοί κάνουν πρωτεύουσα του κράτους τους την Τραπεζούντα και την κοσμούν με μια σειρά από περικαλλείς εκκλησίες, όπως η Αγ. Σοφία με υπέροχες αγιογραφίες της τελευταίας Παλαιολόγειας περιόδου.
Συνεπώς ο Πολιτισμός του Πόντου, ο Ελληνικός Πολιτισμός
αναβιώνει στην περιοχή. Μεγάλες πνευματικές μορφές της περιοχής είναι ο
Γεώργιος ο Τραπεζούντιος και ο Βησσαρίων.
Μετά την Άλωση
της Πόλης όμως από τον Μωάμεθ τον Πολιορκητή, η επικράτηση των Οθωμανών δεν
αργεί να συντελεστεί και στην Τραπεζούντα, οπότε η πρωτεύουσα των Μεγάλων
Κομνηνών το 1461 παραδίνεται στην λεηλασία και στις σφαγές. Έστω και σ’ αυτές
τις συνθήκες το φρόνημα των Ελλήνων διατηρείται είτε με συμβολικά επικά
τραγούδια όπως το «Πάρθεν η Ρωμανία», είτε με θρύλους, όπως του Διγενή Ακρίτα. Ένα
συγκλονιστικό γεγονός σαν την Άλωση δεν αφήνει ασυγκίνητους τους Πόντιους που
μοιρολογούν αλλά και ατσαλώνονται:
«Πάρθεν η Ρωμανία».
Έναν πουλίν, καλόν πουλίν εβγαίν' από την Πόλιν
ουδέ στ' αμπέλια κόνεψεν ουδέ στα περιβόλια,
επήγεν και-ν εκόνεψεν α σου Ηλί' τον κάστρον.
Εσείξεν τ' έναν το φτερόν σο αίμα βουτεμένον,
εσείξεν τ' άλλο το φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον,
Ατό κανείς κι ανέγνωσεν, ουδ' ο μητροπολίτης
έναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι αναγνώθει.
Σίτ' αναγνώθ' σίτε κλαίγει, σίτε κρούει την καρδίαν.
"Ναϊλί εμάς και βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανία!"
Επέραν το βασίλοσκαμ' και έλαεν αφεντιά,
Μοιρολογούν τα εκκλησιάς, κλαίγνε τα μοναστήρια
κι ο Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπιέται,
-Μη κλαίς, μη κλαίς Αϊ-Γιάννε μου, και δερνοκοπισκάσαι
-Η Ρωμανία πέρασε, η Ρωμανία ‘πάρθεν.
-Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο.
ουδέ στ' αμπέλια κόνεψεν ουδέ στα περιβόλια,
επήγεν και-ν εκόνεψεν α σου Ηλί' τον κάστρον.
Εσείξεν τ' έναν το φτερόν σο αίμα βουτεμένον,
εσείξεν τ' άλλο το φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον,
Ατό κανείς κι ανέγνωσεν, ουδ' ο μητροπολίτης
έναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι αναγνώθει.
Σίτ' αναγνώθ' σίτε κλαίγει, σίτε κρούει την καρδίαν.
"Ναϊλί εμάς και βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανία!"
Επέραν το βασίλοσκαμ' και έλαεν αφεντιά,
Μοιρολογούν τα εκκλησιάς, κλαίγνε τα μοναστήρια
κι ο Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπιέται,
-Μη κλαίς, μη κλαίς Αϊ-Γιάννε μου, και δερνοκοπισκάσαι
-Η Ρωμανία πέρασε, η Ρωμανία ‘πάρθεν.
-Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο.
Οι Τούρκοι δεν
τοποθετούν μαζικά πληθυσμούς στις καταληφθείσες
περιοχές γιατί δεν τον διαθέτουν. Φροντίζουν όμως συστηματικά να
εξισλαμίσουν τους ντόπιους πληθυσμούς με ποικίλους και βίαιους τρόπους. Έτσι
ένα μεγάλο κομμάτι της Χριστιανικής Ανατολής χάνεται οριστικά για τον
χριστιανικό πολιτισμό.
Κατά την ταπεινή
μας άποψη τα σημαντικότερα ιστορικά γεγονότα που επέδρασαν ώστε να διατηρείται
η ελληνική συνείδηση κατά τον τουρκικό Μεσαίωνα είναι:
- Οι
Ρωσοτουρκικοί πόλεμοι, που οι Έλληνες αποκτούν ένα ομόθρησκο ισχυρό σύμμαχο,
- το Διάταγμα του
Ταγκαρόγκ της Μεγάλης Αικατερίνης (21-5-1779) που έδινε το δικαίωμα να
εγκαθίστανται Χριστιανοί και Έλληνες ελεύθερα στα όρια της Ρωσικής επικράτειας.
Αυτοί οι ομογενείς προκόβουν και στέλνουν χρήματα στις ιδιαίτερες πατρίδες τους
και συνδράμουν ποικιλοτρόπως, και
- το Διάταγμα της Ανεξιθρησκείας – Χάτι
Χουμαγιούν (1856), που υπέγραψε ο Σουλτάνος κάτω από την πίεση των Μεγάλων
Δυνάμεων. Μ’ αυτό πολλοί Κρυπτοχριστιανοί αποκαλύπτονται κυρίως στην Χαλδία
π.χ. Κρώμνη και Σταυρίν και προκαλείται σημαντικό πολιτικό θέμα.
Μετά από αυτό και με τον άνεμο της σχετικής
ελευθερίας το ελληνικό, χριστιανικό στοιχείο απογειώνεται πνευματικά και
πολιτιστικά. Δύο είναι τα σημαντικότερα θεμέλια αυτής της Αναγέννησης:
- Η παιδεία σαν
επακόλουθο της οικονομικής ανάπτυξης και
- η εκκλησία.
Η καταπιεσμένη
ελληνική συνείδηση απελευθερώνεται. Οι περισσότεροι των Ποντίων δίνουν
αρχαιοελληνικά ονόματα στα παιδιά τους: Ευρώπη, Αντιγόνη, Αρχιμήδης, Σωκράτης,
Αριστοτέλης, Νεοκλής, Πλάτωνας, είναι μερικά ανάμεσα στα πολλά.
Δεν υπάρχει χωριό
που να μην έχει ένα μικρό σχολείο βασικών τάξεων, κωμόπολη χωρίς να δίνει τις
βασικές γνώσεις στα ελληνόπουλα και ιδρύματα μεγάλης πνευματικής εμβέλειας,
όπως τα Φροντιστήρια που αποτελούν τον φάρο του Ελληνισμού ή το Κολλέγιο
Ανατόλια της Μερζιφούντας.
Όλα γίνονται χωρίς την παραμικρή αρωγή του
Τουρκικού κράτους, παρά μόνο με την συνδρομή των Μητροπόλεων, των ομογενών εκ
Ρωσίας και πολλές φορές την σωματική, εργατική συνεισφορά των μη δυναμένων
οικονομικώς. Μάλιστα πολλοί αστοί- γιατί δημιουργείται κυρίως στις παραλιακές
πόλεις ισχυρή αστική τάξη- κατά τα τέλη του 19ου αιώνα αρχές του 20ου,
κοροϊδεύουν ως «χωριάτες» τους κατοίκους των ορεσίβιων περιοχών (που
απομονώθηκαν στα ψηλά βουνά για να κρατήσουν την ελληνικότητά τους), γιατί δεν
μιλούν τα Ελληνικά παρά μόνο τα Ποντιακά.
Τα Φροντιστήρια είναι η ανωτέρα μορφή
εκπαίδευσης στον Πόντο και ήταν δύο:
- Το Φροντιστήριο Τραπεζούντας (1682), ιδρυμένο
από τον Σεβαστό Κυμινήτη. Το σημερινό οίκημα είναι νεότερο δημιούργημα των Πόντιων Ελλήνων και των
ομογενών εκ Ρωσίας που λειτούργησε στο καινούργιο κτίριο στις 14 Σεπτεμβρίου το
1902, και
- Το Φροντιστήριο
της Αργυρούπολης που κτίστηκε το 1722, και διέθετε εκπληκτική βιβλιοθήκη.
Στον χρυσό αιώνα των γραμμάτων στον Πόντο σε
973 κοινότητες λειτουργούσαν...
- 1054 σχολεία με 2080 δασκάλους και 67.600 μαθητές,
- 153 Παρθεναγωγεία με 265 δασκάλες και 12.608 μαθήτριες (ποσοστό φοίτησης κοριτσιών περίπου 19% σε σχέση με τα αγόρια)
ενώ ο Νότης Μπότσαρης αναφέρει ότι σε
- 894 κοινότητες και 580.103 κατοίκους λειτουργούσαν 838 αρρεναγωγεία με 38.281 μαθητές,
- 47 παρθεναγωγεία με 5.018 μαθήτριες και
- στην Νεοκαισάρεια 12 νηπιαγωγεία με 4.194 νήπια!!!
- 1054 σχολεία με 2080 δασκάλους και 67.600 μαθητές,
- 153 Παρθεναγωγεία με 265 δασκάλες και 12.608 μαθήτριες (ποσοστό φοίτησης κοριτσιών περίπου 19% σε σχέση με τα αγόρια)
[Κ.Γ. Κωνσταντινίδου: «Πραγματεία περί Πόντου» και «Λόγος… εις το εν Μασσαλία Παμπόντιον
Συνέδριον την 22 Ιαν./4 Φεβρ. 1918»],
ενώ ο Νότης Μπότσαρης αναφέρει ότι σε
- 894 κοινότητες και 580.103 κατοίκους λειτουργούσαν 838 αρρεναγωγεία με 38.281 μαθητές,
- 47 παρθεναγωγεία με 5.018 μαθήτριες και
- στην Νεοκαισάρεια 12 νηπιαγωγεία με 4.194 νήπια!!!
[Νότης
Μπότσαρης :«Η Μικρά Ασία και ο
Ελληνισμός», Αθήνα 1919].
Οι
αριθμοί αυτοί δεν απέχουν πολύ από αυτούς του Αρχιμανδρίτου Πανάρετου Τοπαλίδη,
που δίνει: 1013 κοινότητες σε 697.000 κατοίκους, 1.047 σχολεία κάθε βαθμίδας
και 75.953 μαθητές. [Αρχιμανδρίτου
Πανάρετου Τοπαλίδη: «Ο Πόντος ανά τους αιώνας» Δράμα 1927].
Πρέπει να
τονιστεί ότι παρόλο που ο Ποντιακός Ελληνισμός δεν είναι πλειοψηφία στον Πόντο,
κυριαρχεί παντού: πολιτιστικά και οικονομικά. Τα σχολεία λειτουργούν με την
αρωγή και κάποιες φορές και με την εποπτεία των τοπικών Μητροπολιτών, που είχαν
την μεγάλη αποστολή της διατήρησης της Ελληνικότητας μέσω των γραμμάτων. Δεν
είναι τυχαίο λοιπόν του ότι πολλοί μητροπολίτες και ιερείς είναι και
εξαιρετικοί δάσκαλοι, όπως ο Τραπεζούντος Χρύσανθος που δίδασκε στο
Φροντιστήριο της Τραπεζούντας και αργότερα στην Ελλάδα έγινε και ο πρώτος
Πρόεδρος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών ή ο Άνθιμος Παπαδόπουλος, φιλόλογος,
γλωσσολόγος που συνέταξε το Ιστορικό Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών και διετέλεσε
και αυτός με την σειρά του Πρόεδρος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών.
Η λειτουργία εφημερίδων όπως: ο Ανεξάρτητος,
Ελεύθερος Πόντος, Ηχώ του Πόντου, ο Φάρος της Ανατολής και περιοδικά όπως ο
Ξενοφάνης, οι Κομνηνοί, ο Αστήρ του Πόντου, δείχνουν την περίοδο της
οικονομικής και πνευματικής ευμάρειας του ελληνικού στοιχείου στον Πόντο.
Υπάρχουν και
λειτουργούν θεατρικοί όμιλοι, που είτε παίζουν έργα από το διεθνές ρεπερτόριο,
είτε παίζουν από το αντίστοιχο ελληνικό που καλλιεργούσε πάντως την ελληνική
συνείδηση.
Οι αστοί ενώ
διατηρούν την παραδοσιακή φορεσιά, ενσωματώνουν και τα δυτικά πρότυπα κυρίως οι
γυναίκες, όπως οι φωτογραφίες της εποχής μαρτυρούν.
Ιδρύονται
φιλανθρωπικοί σύλλογοι, όπως η Μέριμνα Ποντίων Κυριών που θα παίξουν ρόλο στην
περίθαλψη και ανακούφιση των κατατρεγμένων. Το 1915 μάλιστα ιδρύεται και το
Ορφανοτροφείο Τραπεζούντας.
Η πολυποίκιλη και
ιδιαίτερη μουσική, αποτέλεσμα της γεωγραφικής απομόνωσης των πληθυσμών στις
Ποντικές Άλπεις, είναι στοιχείο της διατήρησης της ελληνικής ιδιοπροσωπείας.
Η είσοδος των
Ρώσων στην Τραπεζούντα δίνει ελπίδες αυτονομίας με κορυφαία προσπάθεια το Εθνικό Συμβούλιο του Πόντου στο
Βατούμ της Ρωσίας το 1918, χωρίς όμως να
ολοκληρώνεται η Ανακήρυξη του Κράτους
του ελεύθερου Ελληνικού Πόντου. Οι διώξεις, οι εκτοπίσεις, οι σφαγές που
ξεκίνησαν από το 1914 θα ολοκληρωθούν το 1923 και με την υπογραφή της συνθήκης
της Λωζάνης οι Πόντιοι θα βρεθούν διασκορπισμένοι πλέον σ’ όλη την Ελλάδα και
από κει σαν μετανάστες και πάλι στην Ευρώπη, την Αμερική και την Αυστραλία.
Όταν δεις Ποντιακούς Συλλόγους σ’ όλο τον
πλανήτη, ανακαλύπτεις ότι αυτοί οι απόγονοι των Αργοναυτών είναι δεμένοι με την
μοίρα του Οδυσσέα. Να ταξιδεύουν και να μην ησυχάζουν πουθενά, μιας και έφυγαν
από τη γη των προγόνων τους….
Ο Πολιτισμός
της Αργυρούπολης
(Γκιουμούς Χανέ).
(Γκιουμούς Χανέ).
Το όνομα Χαλδαίοι
ή Χάλυβες (που μάλλον μετακινήθηκαν από την Παφλαγονία προς το εσωτερικό της
Ανατολίας), των πιο παλαιών κατοίκων στην ιστορία της περιοχής παραπέμπει σε
γνώσεις της κατεργασίας των μετάλλων από την αρχαιότητα αν και δεν υπάρχουν
αρχαιολογικές ταυτοποιήσεις γι’ αυτό.
Αντιστέκονταν στους ξένους επιδρομείς, με
χαρακτηριστικό της περιοχής να είναι τα
πολλά κάστρα που φύλαγαν τα περάσματα και να αναδεικνύονται ήρωες όπως ο
Θεόδωρος Γαβράς που μάχεται τους Σελτζούκους. Όταν όλος ο Πόντος εισέρχεται
στον Οθωμανικό Μεσαίωνα η Αργυρούπολη είναι αυτή που διασώζει τον Ελληνισμό,
γιατί διέθετε μεταλλοφόρες περιοχές.
Η λειτουργία των μεταλλείων ήταν απαραίτητη
για τον Σουλτάνο και έτσι γύρω στον 16ο αιώνα δημιουργείται η πόλη
της Αργυρούπολης δίπλα στο οχυρό Τζάγχα ή Τσάντζα και εξαιτίας της λειτουργίας
τους συρρέουν πολλοί Πόντιοι απ’ όλες τις περιοχές για να εργαστούν.
Η πόλη είναι
κτισμένη σε υψόμετρο 1153 μέτρα και γύρω από αυτήν λειτουργούσαν περί τα 35
μεταλλεία. Τα χωριά της δεν είναι συμπαγείς οικισμοί, αλλά διατεταγμένα σε
συνοικίες – σε απόσταση όμως μεταξύ τους – και οι οικογένειες που εγκαθίσταντο
εκεί έδιναν συνήθως το όνομά τους (π.χ. Μουρουζάντων, Υψηλάντων, Θεοχαράντων
κλπ.).
Αυτό δημιουργούσε και ιδιαίτερες προσαρμογές
κοινωνιολογικές, συναισθηματικές:
-
Υπήρχε ο επικεφαλής της οικογένειας – συνοικίας, που είχε λόγο για τα πάντα και
τον σεβασμό των υπολοίπων μελών.
-
Οι χοροί να είναι κυκλικοί και χωρίς διαφοροποίηση της χορευτικής δεινότητάς
των χορευτών τους, κλειστοί και με δύναμη κρατώντας τα χέρια ή τους ώμους ο
ένας τον άλλο, ενδεικτικό της ανάγκης για αλληλεγγύη και επιβίωση.
-
Δημιουργούσε όμως και ανθρώπινους χαρακτήρες με ισχυρή προσωπικότητα και άποψη
χωρίς διπλωματικότητα και διαλλακτικότητα.
- Σε χωριά όπου οι κάτοικοι μετανάστευαν στην Νότια Ρωσία και έπρεπε να εργάζονται για να στέλνουν χρήματα στην ιδιαίτερη πατρίδα τους ενισχύονταν ο μητριαρχικός ρόλος της οικογένειας, όπου η πεθερά εξουσίαζε όλη την λειτουργία του σπιτιού και όχι μόνο.
- Σε χωριά όπου οι κάτοικοι μετανάστευαν στην Νότια Ρωσία και έπρεπε να εργάζονται για να στέλνουν χρήματα στην ιδιαίτερη πατρίδα τους ενισχύονταν ο μητριαρχικός ρόλος της οικογένειας, όπου η πεθερά εξουσίαζε όλη την λειτουργία του σπιτιού και όχι μόνο.
-
Οι ομογενείς έστελναν χρήματα όχι μόνο για τις ανάγκες των οικογενειών τους,
αλλά φρόντιζαν και για το σχολείο, την εκκλησία, τα ιδρύματα.
Κάποιοι όμως παρέμεναν εκεί στις νέες πατρίδες
και έτσι χάθηκε ένα σημαντικό κομμάτι του Ελληνισμού.
Σημαντικά χωριά της
Αργυρούπολης είναι το Σταυρίν, η Κρώμνη, η Κορόξενα, η Ίμερα, η Μούζενα, η
Άρδασσα. Σ’ όλα αυτά η λειτουργία – όσο υπήρχε μετάλλευμα – των μεταλλείων
εξασφάλιζε την οικονομική επιβίωση των λιτοδίαιτων κατοίκων τους. Οι
μεταλλουργοί επέλεγαν με αξιοκρατικό τρόπο τον αρχιμεταλλουργό (ουσταμπάς), ο
οποίος εγγυόταν στον Σουλτάνο την παραγωγή συγκεκριμένης ποσότητας
μεταλλεύματος. Και αυτοί με την σειρά τους επειδή είχαν εξουσία να
διαχειριστούν τα έσοδα διέθεταν ποσά όχι μόνον για την ίδρυση σχολείων,
εκκλησιών και κοινωφελών ιδρυμάτων, αλλά και συνέδραμαν κρυφά για την
απελευθέρωση του σκλαβωμένου Γένους.
Έτσι με την εξέλιξη της πόλης το 1722 ιδρύθηκε
το Φροντιστήριο Αργυρούπολης και οι ναοί του Αγίου Γεωργίου, της Παναγίας, του
Τιμίου Σταυρού κ.α. Στην είσοδο της Παλιάς Πόλης υπήρχε το γραφείο των μεταλλωρύχων-
που διαχειριζόταν τα έσοδα από το μετάλλευμα
και το σπίτι του Τούρκου Βαλή (Κυβερνήτου).
Περιηγητές όπως ο Εβλεγιά Τσελεμπή που την
επισκέπτεται το 1644 εντυπωσιάζεται από τον πλούτο της πόλης. Στα χρόνια της
ακμής της είχε περί τους 60.000 κατοίκους!!! Ήταν η σημαντικότερη πόλη στον
Πόντο το διάστημα αυτό και αυτή που συντήρησε σε μεγάλο βαθμό τον Ελληνισμό της
περιοχής. Ταυτόχρονα όμως ο πλούτος της περιοχής δημιουργεί την άνθηση των
γραμμάτων και την ισχυροποίηση της τοπικής εκκλησίας. Σύμπτωση είναι να
αναδειχθούν άξιοι ιεράρχες που οργανώνουν υποδειγματικά το ποίμνιο και την
εκπαίδευσή του. Δεν είναι τυχαίο συνεπώς ότι η πλειοψηφία των Ποντίων έχει
ισχυρό θρησκευτικό συναίσθημα.
Κάποτε όμως τα
μεταλλεία δεν βγάζουν πλέον ασήμι. Κλείνουν το ένα μετά το άλλο. Ο τελευταίος
αρχιμεταλλουργός που καταγράφεται είναι ο Δημήτριος Παππάς (1872-1874) και σαν
συνέπεια συμβαίνουν τα εξής: Πολλοί
έμπειροι μεταλλουργοί ταξιδεύουν σ’ όλα τα σημεία της Ανατολής για να ανοίξουν
μεταλλεία, κάποιοι με τους Ρωσσοτουρκικούς πολέμους (και επειδή η Αργυρούπολη
γειτνιάζει με την Ρωσσοκρατούμενη περιοχή) μετακινούνται προς το Καρς και την
περιοχή του Καυκάσου, κάποιοι προς την Καππαδοκία και κάποιοι που παραμένουν
προσπαθούν να επιβιώσουν. Έτσι με πρωτοβουλία του μητροπολίτη Λαυρέντιου
Παπαδόπουλου, λιώνεται ένα μεγάλο μέρος των εκκλησιαστικών σκευών και
αναθημάτων για να χρηματοδοτήσουν το ταπητουργείο και το οικοτροφείο.
Με την έξοδο όμως των τελευταίων
Αργυρουπολιτών η κάθε οικογένεια που έρχεται στην Ελλάδα μεταφέρει και από ένα
τόμο της εκπληκτικής βιβλιοθήκης της Αργυρούπολης. Σήμερα τίποτα δεν θυμίζει
την πάλαι ποτέ ευημερούσα και κραταιά Αργυρούπολη και τα λίγα χαλάσματα που
υπάρχουν σ’ αυτήν και τα χωριά της κάνουν πολλές φορές δύσκολη την ταυτοποίηση
των σημαντικών κτισμάτων του Ελληνισμού (εκκλησίες, σχολεία κλπ.).
Ενδιαφέρον παρουσιάζει όμως και η ίδρυση
μεταλλείων σ’ άλλες περιοχές της Μικράς Ασίας από Αργυρουπολίτες μεταλλουργούς.
Το 1826 ο Χατζή Ελευθέριος Αποστόλογλου(ς) – Αποστολίδης από την Κορόνιξα,
πηγαίνει σε μια περιοχή όπου υπήρχαν παλαιότερες προσπάθειες μετάλλευσης.
Βλέπει
τα πετρώματα στον Κρυσταλλοπόταμο του Ταύρου και σαν καλός γνώστης της
μετάλλευσης πηγαίνει στον Σουλτάνο και
εξασφαλίζει φιρμάνι για να κατεβάσει 400
περίπου οικογένεις από την Κορόνιξα, την Τσολόχαινα, την Μούζενα και ανοίγει το
μεταλλείο του Ταύρου (Μπουγά Μαντέν). Οι μεταλλωρύχοι είναι όλοι Πόντιοι και
όταν αργότερα ο Σουλτάνος υπό την επιρροή των Γερμανών υπευθύνων του ορυκτού
πλούτου της Αυτοκρατορίας παίρνει την διοίκηση των μεταλλείων από αυτούς, η
παραγωγή καταρρέει και αυτός εξαναγκάζεται να την επιστρέψει, δίνοντάς τους μάλιστα και την διοίκηση μιας δεκάδας
παρόμοιων στην περιοχή. Λίγο πριν την αναχώρησή τους για την Ελλάδα εργάζονται
και στην διάνοιξη της σιδηροδρομικής γραμμής προς την Βαγδάτη μιας και το
μετάλλευμα στερεύει. Όμως αξιοσημείωτα είναι τα πολιτιστικά, κοινωνιολογικά
στοιχεία του μεταλλείου. Σαν άριστοι τεχνίτες που κατεργάζονται την πέτρα
κτίζουν πρώτα το σχολείο και την εκκλησία τους και μετά τις οικίες τους που
μοιάζουν μ’ αυτά της πατρίδας τους.
Η
εκκλησία τους υπάγεται απ’ ευθείας στην Μητρόπολη Χαλδείας και μάλιστα
εκπρόσωπός της συμμετέχει στην Δημογεροντία και επιλαμβάνει της λειτουργίας των
σχολείων. Επιβάλλουν συγκεκριμένα ποσά για την φοίτηση των μαθητών ανά τάξη,
εισφορά από την απόδοση των μεταλλείων στα ιδρύματα, λειτουργία της σχολικής
εφορίας και της εκκλησιαστικής επιτροπής.
Παρ’
όλες τις πρωτόγονες μεθόδους μετάλλευσης, εισπράττουν το μεγάλο ποσό των 40.000
– 50.000 τουρκικών λιρών και απαλλάσσονται από την στράτευση, άρα έχουν μέσα
στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ικανό
εισόδημα, ελευθερία και αυτοδιαχείριση.
Ο Πολιτισμός
της ψυχής.
Πόση δύναμη ψυχής πρέπει να έχει κανείς, όπως
ο Καπετάν Ευκλείδης, όταν μαζί με τους
συγχωριανούς του Σανταίους
περικυκλώθηκαν από πολλαπλάσιους Τούρκους εν μέσω σκληρού χειμώνα, αυτός
δίνει εντολή για να σωθούν να περάσουν ανάμεσά τους αξημέρωτα. Όμως έπρεπε να θανατώσουν όλα τα βρέφη (που πιθανόν με το
κλάμα τους να τους πρόδιδαν), για να μην επακολουθήσει γενική σφαγή του πληθυσμού. Και επειδή δεν
είχε εμπιστοσύνη ότι θα το έκαναν αυτό οι μάνες, ανέλαβε ο ίδιος να τα θανατώσει. …Έφερε το βάρος της ευθύνης
του αρχηγού στην μάχη και τις τύψεις στην ψυχή του…
Πόση ψυχή και
πολιτισμό πρέπει να διαθέτει κάποιος που κυνηγημένος, αποχωρίζοντας την πάτρια
γη, κηδεύοντας προσφιλή πρόσωπα, χάνοντας στο ταξίδι μέλη της οικογένειάς του,
κρύβει στον κόρφο του ένα τόμο της περίφημης βιβλιοθήκης; Φθάνοντας στη γη των
προγόνων του υποχρεώνεται να περάσει από το λιμοκαθαρτήριο σαν ζώο, και όταν
τον τοποθετούν σε σκηνές και σε παράγκες χωρίς τα στοιχειώδη στην Δραπετσώνα,
στην Καλαμαριά και σ’ άλλες περιοχές οι αγαπημένοι του πεθαίνουν σωρηδόν από
μολυσματικές ασθένειες;
Και όμως
επιβίωσαν. Ίδρυσαν σχολεία, πάντα δίπλα στην εκκλησία, όπως είχαν μάθει για
αιώνες.
Σήμερα είναι σπάνιο ένας ποντιακός Σύλλογος
να μην έχει δικό του εντευκτήριο, χωρίς να
λειτουργούν σχολές εκμάθησης χορών και μουσικών οργάνων, βιβλιοθήκες.
Στην Εύξεινο Λέσχη της Νάουσας μάλιστα
διασώζονται 973 τόμοι της Βιβλιοθήκης της Αργυρούπολης, που δεν ανήκουν στον
Ποντιακό Ελληνισμό, αλλά στην Παγκόσμια Πολιτιστική Κοινότητα.
Στο Μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα, λίγοι το γνωρίζουν και πιο λίγοι ακόμα που το επισκέπτονται, υπάρχουν Εκπαιδευτικά Προγράμματα, αποκλειστικά για τα σκεύη – κυρίως τα εκκλησιαστικά – που διασώθηκαν, από την πόλη της Αργυρούπολης με αναφορά στην ιστορία της.
Στο οίκημα της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών
στην Νέα Σμύρνη εκτός από το Αρχείο του Πόντου στεγάζεται και ένα Μουσείο Μνήμης.
Ασυμβίβαστοι, δημιουργικοί οι Πόντιοι μετέτρεψαν τα έλη της Καλαμαριάς σ’ ένα
ωραιότατο προάστιο της Θεσσαλονίκης.
Αναζήτησαν νοερά την πατρίδα τους αναγκασμένοι
να ζήσουν σε μια νέα. Μετέφεραν εκεί που το τοπίο τους θύμιζε την πατρίδα τους,
την Παναγία του Σουμελά και τον Άγιο Γεώργιο τον Περιστερώτα στο Βέρμιο, την
Παναγιά του Γουμερά στην Μακρυνίτσα Σερρών και όταν δεν τους άρεσε το μέρος να
κατοικήσουν μιας και αρκετοί ήταν αγρότες, μετακινήθηκαν από την Καλλιθέα στην
Αργυρούπολη της Αττικής, από την Δραπετσώνα στα Μελίσσια και από την Καλαμαριά
στο Γιαννακοχώρι και το Ροδοχώρι κ.α σε ορεινές ή ημιορεινές περιοχές. Τόση
είναι η αγάπη τους για την Πατρίδα ώστε δεν θα δεις μπαχτσέ (κήπος) Πόντιου
χωρίς μαύρα λάχανα και αυλή χωρίς ροδάφνο (ενδημικό φυτό του Πόντου).
Η αντίληψη του ότι είμαστε περαστικοί απ’
αυτήν τη ζωή διατηρεί το ταφικό έθιμο, όπου τη μέρα του Θωμά οι Πόντιοι
πηγαίνουν στα μνήματα και γλεντάνε θυμούμενοι τους νεκρούς τους…
Ο ομφάλιος λώρος των Ποντίων δεν κόπηκε ποτέ
από την Γη τους. Στα λυρικά και μελαγχολικά τραγούδια τους, ο Πόντος είναι
παρών.
Ένα εξαιρετικό
τραγούδι του Χρήστου Αντωνιάδη περιγράφει αυτήν ακριβώς την νοσταλγία….
Την πατρίδαμ’ έχασα,
έκλαψα και πόνεσα.
Λύουμαι κι’αρόθυμώ, όι-όι
ν’ ανασπάλω κι’ επορώ.
έκλαψα και πόνεσα.
Λύουμαι κι’αρόθυμώ, όι-όι
ν’ ανασπάλω κι’ επορώ.
Μίαν κι’ άλλο ΄σην ζωή μ’
σο πεγάδι μ’ σην αυλή μ’.
Νέροπον ας έπινα, όι-όι
και τ’ ομμάτε μ’ έπλυνα.
σο πεγάδι μ’ σην αυλή μ’.
Νέροπον ας έπινα, όι-όι
και τ’ ομμάτε μ’ έπλυνα.
Τά ταφία μ’ έχασα
ντ’ έθαψα κι’ ενέσπαλα.
Τ’ εμετέρτς αναστορώ, όι-όι
και ΄ς σο ψόπο μ’ κουβαλώ.
ντ’ έθαψα κι’ ενέσπαλα.
Τ’ εμετέρτς αναστορώ, όι-όι
και ΄ς σο ψόπο μ’ κουβαλώ.
Εκκλησίας έρημα,
μοναστήρια ακάντηλα,
πόρτας και παράθυρα, όι-όι
επέμναν ακράνυχτα.
μοναστήρια ακάντηλα,
πόρτας και παράθυρα, όι-όι
επέμναν ακράνυχτα.
Πολλά τμήματα εκμάθησης Ποντιακής γλώσσας
πραγματοποιούνται σήμερα σ’ όλη την Ελλάδα (με αρκετούς μαθητές μάλιστα να μην
είναι Ποντιακής καταγωγής).
Θίασοι ανεβάζουν
θεατρικά έργα στην Ποντιακή διάλεκτο.
Σύλλογοι εκδίδουν
εξαιρετικές εκδόσεις και πραγματοποιούν πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Κάποιοι άλλοι επισκέπτονται τα χωριά των
προγόνων τους ή τα ιερά μνημεία της Πατρίδας τους (μοναστήρια, σχολεία, εκκλησίες) για προσκύνημα, ή όπως ο Πόντιος
υπερμαραθωνοδρόμος Γ. Ζαχαριάδης με την
φανέλα «τεμόν Α.Ε.Κ» τρέχει από την Παναγία Σουμελά του Βερμίου σ’ αυτή του
όρους Μελά….
Στο πέρασμα της ζωής κάποιοι αλλαξοπίστησαν και παρέμειναν στην πατρίδα, αλλά όπως μου είπε ο κατής στο Ουζουν-γκιόλ, «εμείς με τ’ εσάς ένα μιλλέτ (έθνος) είμες».
Όταν αυτοί ακούσουν Ποντιακά, έρχονται όλοι να
μιλήσουν Ρούμτζα (Ρωμαίικα) με μας ,αλλά κυρίως να επικοινωνήσουν με τα αδέλφια
τους.
Κάποιοι άλλοι
χάθηκαν στις στέπες της Κεντρικής Ασίας και το ψύχος της Σιβηρίας. Εμείς οι
Ποντιακής καταγωγής 3ης γενιάς πρόσφυγες έχουμε μια τεράστια ευθύνη:
- Να φροντίσουμε
ώστε νέοι επιστήμονες να πραγματοποιήσουν διατριβές και έρευνες για τον
Πολιτισμό του Πόντου.
- Να ενημερώσουμε
τους μικρούς μαθητές Ποντιακής καταγωγής για τα ήθη και τα έθιμα των παππούδων
τους και να νοιώσουν περήφανοι για την καταγωγή τους.
- Χρέος μας είναι
να προβάλλουμε χωρίς φανατισμούς και αντιπαλότητες στις νέες γενιές την ιστορία
των προγόνων μας και να μεταδώσουμε τον
πολιτισμό τους.
Τον
πολιτισμό της ψυχής
_______________
_______________
Βιβλιογραφία:
- Ο
Πόντος των Ελλήνων. Εκδόσεις Έφεσος.
- Καθημερινή: Επτά μέρες.
- Μουσείο
Μπενάκη: Πόντος και ασήμι, το δώρο της γης.
- Κυριάκος Χατζηκυριακίδης: Το Μεταλλείο του
Ταύρου.
- Ένωση
Ποντίων Πειραιώς: Από τον Πόντο και τη Μικρασία στον Πειραιά, εδώ….. στη
Δραπετσώνα. Εκδόσεις Μίλητος.
- Ανατολικός και Δυτικός Πόντος. Εκδόσεις Infognomon.