Σ’
ένα μακρινό χωριό δίπλα στη Μπαχταπούρ, στους πρόποδες του βουνού, στη Στέγη
του Ουρανού ζούσε ένα μικρό και ορφανό κοριτσάκι η Ντέβι. Ήταν όμως τόσο όμορφο
και καλοσυνάτο και όλοι το αγαπούσαν. Ζούσε κάνοντας θελήματα. Και όποιος γέρος
ή γριά έφευγε από αυτή τη ζωή και τον πήγαιναν στον ποταμό Μπαγδάτι για να
καεί, αυτή πάντα έκοβε ένα μικρό σανταλόξυλο για να το κάψουν για να αναπαυτεί
η ψυχή του πιο όμορφα.
Ήρθε όμως κάποια μέρα να επιλεγεί ένα μικρό
κοριτσάκι για να γίνει Κουμάρι. Η ζωντανή θεά. Και ω της τύχης η
Ντέβι επιλέχτηκε να γίνει Κουμάρι, γιατί
εκπλήρωνε τα τριάντα δύο διαφορετικά φυσικά χαρακτηριστικά που ορίζονταν για
την ζωντανή θεά.
Τότε
όμως ξέσπασε η ανθρώπινη κακία. Οι συγχωριανοί της δεν δέχτηκαν ότι αυτό το
μικρό, άκακο και ορφανό κοριτσάκι επιλέχτηκε αντί για τις δικές τους κόρες. Μα
τόση κακία από τους ανθρώπους… Δεν έφταιξε σε τίποτα…. Και το δέρμα της Ντέβι
άρχισε να ζαρώνει και το πρόσωπό της να μετατρέπεται σε μια πληγή. Ήρθε η
στιγμή πικραμένη να απομακρυνθεί από το χωριό και να πάει στα βουνά να ζήσει
μόνη της. Καθώς απομακρυνόταν από το χωριό ένα τεράστιο φίδι που κανένας δεν
είχε ματαδεί τόσο μεγάλο– η Νάγια – την ακολούθησε πιστά σε μικρή απόσταση πίσω
της.
Σαν να ’ταν ο φύλακάς της!!! Οι συγχωριανοί της
μόλις το είδαν φοβήθηκαν και κλείστηκαν ερμητικά στα σπίτια τους.
Στο
χωριό έπεσε τρομερή ξηρασία. Πήγαιναν τις προσφορές στους θεούς τους για να πέσει
έστω μια μικρή βροχούλα για να σωθούν οι σοδειές του ρυζιού, μα τίποτα.
Άρχισαν τα ζώα να πεθαίνουν το ένα πίσω από το
άλλο και μια επιδημία ξέσπασε. Τα μωρά που τόσο αγαπούσε η Ντέβι υπέφεραν πολύ.
Άνθρωποι κείτονταν καταγής ανήμποροι και το
νερό που έτρεχε από τις βρύσες δεν έφτανε ούτε για να πιούνε ….
Τότε
οι άνθρωποι του χωριού απευθύνθηκαν σ’ ένα «αμόλυντο» γέρο και αυτός τους είπε
ότι κάποια μεγάλη αδικία έκαναν και γι’ αυτό τιμωρούνται. Ήταν για την Ντέβι!!!
Αλλά τι μπορούσαν να κάνουν για αυτό. Πέρασε
καιρός, αλλά μετάνιωσαν ειλικρινά για την άσχημη συμπεριφορά τους για αυτό το
άκακο και γλυκύτατο κοριτσάκι. Μόλις όμως μετάνιωσαν και έκλαψαν για την άσχημη
συμπεριφορά τους ένα τρομερό γεγονός συνέβηκε…
Είδαν
το τεράστιο φίδι την Νάγια να’ ρχεται από μακριά και αυτοί έντρομοι σκέφτηκαν
ότι θα τους εκδικηθεί για λογαριασμό της Ντέβι και κλείστηκαν στα σπίτια τους.
Έβλεπαν όμως από τις χαραμάδες των καφασωτών παραθύρων τους. Η Νάγια όπως
περνούσε έρποντας πέρασε ευθεία από το κέντρο του χωριού και κατευθύνθηκε στα
χωράφια. Και ω του θαύματος….
Ξαφνικά μέσα στο αυλάκι που άφηνε η Νάγια στο
πέρασμά της, έτρεχε νερό. Ήταν τα δάκρια της Ντέβι από τον Ουρανό που έκλαιγε
για την συμφορά των δικών της ανθρώπων. Το νερό – ορμητικό ποτάμι – πήγαινε στα
χωράφια και αμέσως άρχισαν να φυτρώνουν οι κόκκοι του ρυζιού και να μεγαλώνουν
τα φυτά αμέσως. Μέσα σε λίγες μέρες η επιδημία κόπασε, όλα τα ζωντανά της
Πλάσης έτρεξαν να ξεδιψάσουν και οι ορυζώνες έγιναν οι πιο αποδοτικοί σ’ όλη τη
χώρα.
Οι
κάτοικοι ντράπηκαν για την άσχημη συμπεριφορά τους και για να επανορθώσουν την
αδικία απέναντι στην Ντέβι έφτιαξαν μια μικρή δεξαμενή, για να παίζουν μόνο
ανέμελα τα παιδιά της ηλικίας της Ντέβι, για να θυμίζουν σ’ όλους την καλοσύνη
της.
Και έβαλαν σ’ αυτή φύλακες τα ομοιώματα της
Νάγια. Οι βρύσες μάλιστα έχουν τη μορφή των ζώων που ξεδίψασαν και δοξολογούσαν
ευτυχισμένα το όνομα της ευεργέτιδας τους….
Όποιος
ξένος επισκεφθεί αυτό το χωρίο βλέπει χαρούμενα παιδικά πρόσωπα.
Να σας πω και ένα μυστικό τώρα: αν κάποια
στιγμή αξιωθείτε να πάτε προς τα εκεί, σταθείτε εμπρός στο άγαλμα της Νάγια και
αν αισθανθείτε ότι σου χαμογελάει, τότε η ψυχή σας είναι σχεδόν καθαρή. Μα όταν
φύγεις από εκεί προσπάθησε να κάνεις πάντα το καλό. Η ευχή της Ντέβι θα σε
συνοδεύει…….
Τέλεια αφήγηση!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝ
Παρα πολυ ωραιο διδακτικό,ανθρωπινο και βαθεια συγκινητικό
ΑπάντησηΔιαγραφήμικρες ισοτριες με μεγαλη δυναμη !
ΑπάντησηΔιαγραφή