Το Ελληνικό σχολείο Του Γκρόζνυ.
Ανάμεσα τους η Ανθούλα Ιωσηφίδου.
(Ευγενική
παραχώρηση της φωτογραφίας από τη Κική
Τσιμπρικίδου)
Το χρέος
Μετά
την περίοδο, όπου η λειτουργία των μεταλλείων της
Αργυρούπολης διέσωσε όλο τον Ποντιακό Ελληνισμό άρχισαν να
εμφανίζονται προβλήματα από τις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα. Προσπάθεια
εξισλαμισμού γηγενών αυτοχθόνων Ποντίων, υποχρεωτική στράτευση, οικονομική
ανέχεια λόγω του ορεινού και δύσβατου εδάφους των οικισμών. Οι εντεινόμενοι
Ρωσσοτουρκικοί πόλεμοι είχαν σαν αποτέλεσμα τον εξαναγκασμό για μετακίνηση των
πιο δραστήριων και ασυμβίβαστων μελών των κοινοτήτων της Αργυρούπολης προς την
ομόδοξη Ρωσία.
Ο αρθρογράφος τυχαίνει καταγωγής από πολύ σημαντικά χωριά της
Αργυρούπολης: τη Χάρσερα και τη γειτονική Χάκαξα. Οι πρόγονοί του μετακινήθηκαν
προς το Βόρειο Καύκασο με συνέπεια οι πληροφορίες που εκθέτει να έχουν και το
χαρακτήρα οικογενειακών αναμνήσεων. Φυσικά δεν είναι ιστορικός. Ένας ιχνηλάτης
περιηγητής είναι και τα όποια ντοκουμέντα συνέλεξε είναι για να υποστηρίξουν το άρθρο του. Ένα
συστηματικό λάθος σχεδόν όλων των Ποντίων της γενιάς του είναι ότι δεν
κατέγραψαν λεπτομερώς τις διηγήσεις της πρώτης γενιάς προσφύγων. Έτσι αποφάσισε
ότι κάποια στιγμή έπρεπε να συλλέξει φωτογραφίες και προσωπικές αφηγήσεις
υπερηλίκων συγγενών του και να τις εκθέσει, οι οποίες συμπληρώνουν τις
αφηγήσεις των προσφύγων της πρώτης γενιάς της μεταπολεμικής περιόδου που έδωσαν
στο Χρήστο Σαμουηλίδη και έχουν καταγραφεί από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών.
Α. Οι μετακινήσεις των Ποντίων στο
Βόρειο Καύκασο.
Η αφήγηση ξεκινά από τα τέλη του 19 αιώνα.
Χαρσερέτες και Χακαξενοί μη αντέχοντας το στενό ασφυκτικό περιβάλλον του Οθωμανικού
ζυγού φεύγουν αγράμματοι, ξυπόλητοι σχεδόν, αλλά αποφασισμένοι προς τον Καύκασο
όπου επικρατούσε ελευθερία κινήσεων και έκφραση ελληνικής εθνικής συνείδησης.
Προσπερνούν τις νότιες υπώρειες του και φτάνουν στο Γκρόζνυ. Το ερώτημα που
τίθεται είναι γιατί δεν σταμάτησαν για εγκατάσταση στο νότιο Καύκασο, βρήκε την
απάντησή του: το Γκρόζνυ είναι μία ταχύτατα αναπτυσσόμενη πόλη την εποχή εκείνη
και η ύπαρξη πετρελαϊκών κοιτασμάτων υποστήριζε την οικονομική ευμάρεια και την
προσέλκυση εργατικών χεριών.
Το Γκρόζνυ στα τέλη του 19ου
αιώνα.
Στην
αρχή οι πιο τολμηροί νέοι μετανάστες ασχολούνται με αυτό που ξέρουν καλά: την
εργασία στους φούρνους και στην οικοδομή. Μόλις σταθούν στα πόδια τους καλούν
και άλλους συγγενείς και έτσι σχηματίζονται οι πρώτες κοινότητες που ευημερούν.
Λειτουργούν σαν μία οικογένεια.
Στηρίζουν
με την εργατικότητα τους τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Πόντιοι εργαζόμενοι σε ελληνικό
εργοστάσιο.
(Ευγενική
παραχώρηση της φωτογραφίας από τη Κική
Τσιμπρικίδου)
Ο ισχυρότερος οικονομικά φροντίζει τους
νεοφερμένους και ταυτόχρονα απολαμβάνει το σεβασμό τους.
Ο Ιωάννης Παπαδόπουλος όρθιος στο
μέσον ανάμεσα στα ξαδέλφια του.
Αρχές του 20ου αιώνα στο Γκρόζνυ.
Αρχές του 20ου αιώνα στο Γκρόζνυ.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Δεν συγκρούονται επιχειρηματικά μεταξύ τους.
Και για να αποφευχθεί αυτό μετακινούνται σε άλλες πόλεις που προσφέρουν τις
ίδιες επιχειρηματικές ευκαιρίες.
Παραδείγματος χάρη ο Χαρσερέτης Ιωάννης
Παπαδόπουλος ασχολείται με φούρνους στο Γκρόζνυ, ο αδερφός του Κωνσταντίνος στο
Κισλαβόσκι γίνεται εργολάβος οικοδομών, αντίστοιχα ο Ιγνάτιος εργάζεται στο
Βλαδικαφκάς.
Τα πρώτα ξαδέρφια Ταργοντσίδη δραστηριοποιούνται στο Βλαντικαφκάς,
στο Γκρόζνι, στο Εσσεντουκί.
Ομοίως τα ξαδέλφια Ιωσηφίδη μεταβαίνουν σε
διαφορετικές πόλεις.
Μερικοί πιο τολμηροί μάλιστα φτάνουν μέχρι τη Μαντζουρία
και το Βλαδιβοστόκ (βλέπε «η οδύσσεια μιας οικογένειας Ποντίων»).
Στην
αρχή οι πρώτες γενιές των μεταναστών παντρεύονται μόνο συγχωριανές τους, ή έστω
από τα διπλανά χωριά και τις γυναίκες τους τις μεταφέρουν αργότερα από τον
Πόντο στο Γκρόζνυ για οριστική εγκατάσταση. Είναι όμως πάντα όλοι μαζί. Στις
γιορτές, στις χαρές στους θρήνους τους.
Μέλη της οικογένειας Παπαδόπουλου.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Σύντομα
οι εργατικοί και σκληροτράχηλοι αγρότες των χωριών της Αργυρούπολης
αστικοποιούνται. Τα παιδιά τους μορφώνονται τελειώνοντας πανεπιστήμια. Το
περίφημο Ινστιτούτο- Πολυτεχνείο του Γκρόζνυ γέμισε από Έλληνες φοιτητές στην
αρχή, οι οποίοι εξελίχθηκαν μετέπειτα σε καθηγητές του.
Το Πανεπιστήμιο και το Ινστιτούτο
Πετρελαίου του Γκρόζνυ.
Παράλληλα
με τη λειτουργία ελληνικού σχολείου και ελληνικής εκκλησίας δόθηκε η δυνατότητα
και σε αυτούς που ήρθαν αργότερα να ενσωματώνονται γρήγορα στο "Ελληνικό
Θαύμα" στην καινούργια πατρίδα τους.
Η κατάσταση όπως είναι φυσικό θα επηρεαστεί οικονομικά και κοινωνικά από την πολιτική αναταραχή και την επερχόμενη Επανάσταση του 1917 κάτι που
φαίνεται και από το γράμμα του Παναγιώτη Ιωσηφίδη από τη Χάρσερα.
Ας δούμε όμως τι γράφει
στο γράμμα του ο Παναγιώτης Ιωσηφίδης το 1916:
«Αγαπητοί μου γονείς, πρώτον σπεύδουμε
να μάθουμε τα καλά της ανεκτιμήτου υγείας σας δια υμάς μάθεται καλά είμεθα τα
ειδικά σας τα καλά θέλομεν να μάθωμαι.
Δεχθείτε τους ασπασμούς του θείου μου
Ισαάκ, Βαρβάρας και Όλγας και όλων των ενταύθα ευρισκομένων, φίλων, πατριωτών
και συγγενών, όλοι καλά είναι.
Περί ημών μάθεται εγώ ευρίσκομαι εις
τη Γρόζναν με τον θείον μου Ισαάκ, ο Θανάσιος είναι μαζί μου και μαθαίνει
τέχνην με τον κουντούροτση τον Πάντσον γαμβρόν της Γεύσης.
Με τον Δαμιανόν τον Ζαρογουλίδην σας
στείλομαι χίλια πεντακόσια ρούβλια Νικολάου, εμείς εξέρομεν ολίγα είναι αλλά
επεριστάσεις είναι σκούραι και οι ίδιοι κι ξέρωμεν το μέλλων.
Τέκνον σας. Παναγιώτης Ε. Ιωσηφίδης».
(Παραχώρηση
του γράμματος από τον Μιχάλη Ιωσηφίδη στο
Βασίλη Κωνσταντινίδη, Απρίλης 2017 Αγροσυκιά Πέλλας).
Μέσα
από τις μαρτυρίες που παρουσιάζονται
γίνεται κατανοητή η εξέλιξη των μεταβολών τόσο στο Πόντο όσο και στη Ρωσία. Ένας από αυτούς είναι ο Χαρσερέτης Χ’’γεώργιος
Στεφανίδης ο οποίος διηγείται:
Ο Στεφανίδης Γεώργιος στη Ρωσία.
(Ευγενική
παραχώρηση της φωτογραφίας από τον εγγονό του Κώστα Κωφίδη)
«Γεννήθηκα
στο χωριό Ομάλια στα 1887. Πήγα στο σχολείο της Χάρσερας. Έκανα πέντε χρόνια.
Πεντατάξιο σχολείο ήταν. Μετά αρρώστησα. Δύο χρόνια ήμουν άρρωστος. Όταν έγινα
δεκατεσσάρων χρονών πήγα στην ξενιτιά, στη Ρουσσία. Δούλεψα δύο χρόνια σε
μπακάλικο στο Κισλαβόσκι της περιφέρειας Τέρσκαϊα Οπλάτ και στο Τσετσένσκιϊ,
αυτόνομου Κυβερνείου Βλαδικαυκάς (Ορζονικίτζε). Άλλα 6-8 χρόνια δούλεψα στη
Γρόζνα σε φουρνάρικο. Έβγαλα μια πληγή στο λαιμό μου και αποσύρθηκα απ’ τη
δουλειά αυτή. Πήγα στην εταιρεία πετρελαιοπηγών της Γρόζνας. Δούλεψα και κει
δύο χρόνια…. Και γω λοιπόν όταν έγινα εικοσιδύο χρονών πήγα στον Αεν-Τάφον. Γυρίζοντας πέρασα απ’ τη
Θεσσαλονίκη. Ο Σουλτάνος Χαμίτ ήταν περιορισμένος στη Θεσσαλονίκη. Από κει
πήγαμε στο Άγιο Όρος μετά στην Πόλη και γύρισα στο χωριό μου τα Ομάλια. Πέντε
μήνες στάθηκα πήρα μετά πλαστό διαβατήριο και έφυγα στη Ρωσία, διότι ήμουν
επίστρατος και θα με πιάνανε. Έζησα άλλα 7-8 χρόνια στη Ρωσία. Δούλεψα στην
εταιρεία πετρελαίων και στα 1919 στις 16 Ιουλίου όταν το Βατούμ το κατείχαν
Άγγλοι, αναχώρησα και ήρθα στην Τουρκία, στο χωριό μου Ομάλια, διότι οι γιατροί
στη Ρωσία μου είπαν ότι η πληγή μου στο λαιμό θα γιατρεύονταν μόνο αν πήγαινα
στην πατρίδα μου».
Ένας άλλος που ακολούθησε τη
συνηθισμένη διαδρομή μεταναστών από την Αργυρούπολη προς τη Ρωσία είναι και ο Λάζαρος
Ηλιάδης από τη Χάκαξα. Διηγείται και αυτός με τη σειρά του:
«Δεκατρία
χρονώ πήγα στη Ρωσία, στην πόλη Κρόσνα. Δούλεψα μπακάλης, φούρναρης. Πήγα
δυο-τρεις φορές. Γυρνούσα στο χωριό για δύο μήνες και πάλι πήγαινα…. Μια φορά
που γύρισα στο χωριό μου μ’ έπιασαν και μ’ έκαμαν στρατιώτη. Έτσι, έκαμα
επτάμισι μήνες και μετά δραπέτευσα. Ήταν στον Βαλκανικό πόλεμο, στα 1912. Για
να μην πολεμήσω τους Έλληνες, έφυγα και πήγα στη Ρωσία. Μετά ξαναπήγα το 1921.Κάθισα τέσσερα χρόνια
και το 1925 ήρθα στην Ελλάδα με τη γυναίκα μου. Παιδιά δεν έχω. Είμαι λούστρος
δίπλα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά».
(Μαρτυρία Λάζαρου Ηλιάδη στο Χρήστο Σαμουηλίδη στις 12.2.1959,
Έξοδος τόμος Γ΄ Κ.Μ.Σ.).
Ο
Ιωάννης Ευσταθιάδης πατέρας του Ζώρα αφηγείται τα βάσανα του:
«Γεννήθηκα στη Δάϊκονα στα 1896. Πήγα
στο Δημοτικό και συνέχισα ως την 3η τάξη του σχολαρχείου
Αργυρούπολης. Στα 1912 έφυγα στη Ρωσία. Ο πατέρας μου είχε μαγαζιά, φουρνάρικο,
κρεοπωλείο και ζαχαροπλαστείο στη Σιβηρία, σε μια πόλη πάνω στον ποταμό Αμούρ,
το Χαμπαρόφσκ, δίπλα στο Βλαδιβοστόκ. Τροφοδοτούσε τους ναύτες του στόλου του
Αμούρ. Όλοι από κει ψούνιζαν.
Πήγα στη Σιβηρία και βρήκα τον πατέρα
μου. Δούλεψα στα μαγαζιά, στο ζαχαροπλαστείο, στο φουρνάρικο, στο κρεοπωλείο
για να μάθω τις δουλειές. Είχαμε και ελαιοτριβείο. Άλεθε ηλιόσπορους. Είχαμε
και αλευρόμυλο.
Στα 1913 ήρθε και η μάνα μου. Στα 1916
πέθανε. Αργότερα φαλιρίσαμε γιατί οι Ρώσοι κάνανε «καπερατίφ» και οι ναύτες
ψούνιζαν από την «καπερατίφ» (συνεταιρισμό).
Γυρίσαμε στον Καύκασο, στη Γρόζνα.
Ανοίξαμε φούρνο. Στα 1917-1918 έγινε η Ρωσική επανάσταση και μας πήραν το
φούρνο οι Ρώσοι. Εγώ έγινα υπάλληλος στο φούρνο μου. Δούλευα με μεροκάματο.
Στις 21 Ιανουαρίου πριν απ’ την
Επανάσταση παντρεύτηκα. Η γυναίκα μου είναι απ’ τη Χάρσερα. Εγώ δούλεψα στους
κρατικούς φούρνους, μετά ως μάστορας και ύστερα με «βαθμολόγησαν» και με έκαναν
διευθυντή σ’ ένα φούρνο της Γρόζνας. Ο κρατικός αυτός φούρνος ήταν
αρτεργοστάσιο. Έβγαζε εκατόν τόνους ψωμί. Είχε εκατόν είκοσι εργάτες.
Στα 1931 έγινα διευθυντής σε
ζαχαροπλαστείο. Στα 1938 μ’ έστειλαν εξορία. Με κατηγόρησαν για κατάσκοπο υπέρ
της Ελλάδος και με εξόρισαν στο Αρχαγγέλσκ της Σιβηρίας. Εκεί έγινα πάλι
διευθυντής σε φούρνο.
Στα 1948 απελευθερώθηκα. Τελείωσε η
εξορία μου. Η οικογένειά μου είχε έρθει στην Ελλάδα στα 1938. Θέλησα και γω να
έρθω στην Ελλάδα. Επί επτά χρόνια έκανα αίτηση και στα 1956 μ’ άφησαν και ήρθα
στην Ελλάδα».
(Μαρτυρία
Ιωάννη Ευσταθιάδη στο Χρήστο Σαμουηλίδη στις 28.4.1961, ΕΞΟΔΟΣ τόμος Γ΄
Κ.Μ.Σ.).
Η Ευδοκία
Παπαδοπούλου-Χοστελίδη διηγείται για το κλίμα της εποχής:
«Εγώ γεννήθηκα το 1946 στο Γκρόζνυ, στην άκρη
της πόλης. Έζησα εκεί μέχρι το 1949 και μετά ζούσαμε στο Βλαδικαφκάζ. Ο πατέρας
μου ο Μιχαήλ, ήταν πρώτος μηχανικός σε χημικό εργοστάσιο και ήταν μεγάλο
κομματικό στέλεχος. Σπούδασε στην Μόσχα στρατιωτική Χημική Ακαδημία. Ήταν η
μοναδική σχολή σ’ όλη την Σοβιετική Ένωση. Τον επέλεξαν επειδή ήταν πάρα πολύ
καλός στη δουλειά του, αλλά το 1937 τον ξήλωσαν επειδή ήταν Έλληνας. Και πάλι
καλά που δεν τον σκότωσαν. Γύρισε έτσι στο Γκρόζνυ. Πηγαινοερχόμασταν στο
Βλαδικαφκάζ, όμως από το 1949 έως το 1994 ζούσαμε μόνιμα στο Βλαδικαφκάζ».
(Μαρτυρία
Ευδοκίας Παπαδοπούλου-Χοστελίδη στον Βασίλη Κωνσταντινίδη στις 26 Αυγούστου
2018 στο Κιλκίς).
Οι Πόντιοι κατόρθωσαν όμως να επιβιώνουν
ελπίζοντας ότι οι αλλαγές αυτές στο πολιτικό και οικονομικό επίπεδο θα ήταν
προσωρινές.
Ευτυχισμένα
χρόνια. Ο Ζώρας Ευσταθιάδης μαθητής ανάμεσα σε συμμαθητές του και καθηγητές
του.
(φωτ: Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Τα πάντα άλλαξαν όμως μετά το 1937 και οι
ελπίδες έσβησαν. Ο αντρικός πληθυσμός των Ποντίων εξοντώθηκε.
Ο Ζώρας Ευσταθιάδης ανάμεσα στα
αδέλφια Βασιλειάδη. Ετυμηγορία ποινής γι τα αδέλφια. РАССТРЕЛЯТЬ. Εκτέλεση…….
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Άλλοι
εκτελέστηκαν, άλλοι εξορίστηκαν…. Από τα μικρά χωριά της Αργυρούπολης: Τη
Χάρσερα και τη Χάκαξα που κατάγομαι….. Τόσος φόρος αίματος. Τόσοι αθώοι. Αιωνία
η μνήμη τους. Κατάσταση όσων μπορέσαμε να εντοπίσουμε τη τύχη τους, με την
έρευνα του Μιχάλη Κοτανίδη στα Ρωσικά αρχεία. Για τους περισσότερους
Αργυροπολίτες σαν τον παππού μου η τύχη τους αγνοείται….
№
|
ФИО
|
Год рождения
|
Место рождения
|
Приговор
|
1.
|
Аманатиди Анастасия
Георгиевича
|
1900
|
с.Чолошени, Трапезунд,
Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
2.
|
Андриади Ахилея
Федоровича
|
1890
|
с.Ханакса, Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
3.
|
Василиади Анастасия
Авраамовича
|
1899
|
с.Харшара, Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
4.
|
Василиади Еврипиди
Авраамовича
|
1894
|
с.Харшара, Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
5.
|
Василиади Ивана
Авраамовича
|
1906
|
с.Омаля, Трапезунд,
Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
6.
|
Василиади Константина Харламповича
|
1905
|
г.Трапезунд, Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
7.
|
Евстафиади Антона
Харламповича
|
1897
|
с.Исламсар,Трапезунд,
Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
8.
|
Евстафиади Иордана
Игнатьевича
|
1902
|
с.Харшара, Трапезунд,
Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
9.
|
Иорданиди Авраама
Исааковича
|
1882
|
с.Ханакса, Трапезунд,
Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
10.
|
Иорданиди Ивана
Георгиевича
|
1907
|
с.Ханакса, Трапезунд,
Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
11.
|
Иорданиди Христофора
Исааковича
|
1896
|
с.Ханакса, Трапезунд,
Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
12.
|
Ксантопуло Георгия
Демьяновича
|
1896
|
с.Имера, Трапезунд,
Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
13.
|
Ксантопуло Давыда
Демьяновича
|
1890
|
с.Имера, Трапезунд,
Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
14.
|
Муратиди (Муратандов)
Ивана Панайотовича
|
1895
|
с.Харшара,Трапезунд.вил.,Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
15.
|
Сарьяниди Ивана
Антоновича
|
1897
|
г.Трапезунд, Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
16.
|
Сарьяниди Сократа
Кирьяковича
|
1911
|
с.Челашхана, Трапезунд,
Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
17.
|
Стефаниди Ивана
Георгиевича
|
1893
|
с.Хашара, Трапезунд,
Турция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
18
|
Стефаниди Ивана Ивановича
|
1912
|
г.Грозный, Чечено-Ингуш.
АССР
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
19.
|
Сумелиди Константина
Савельевича
|
1896
|
Орджоникидзевский кр.
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
20.
|
Чемберлиди Аристида
Григорьевича
|
1889
|
г.Афины, Греция
|
РАССТРЕЛЯТЬ
|
21.
|
Чемберлиди Георгия
Павловича
|
1898
|
с.Элеви, Трапезунд,
Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
22.
|
Валианос Дмитрия
Ставровича
|
1900
|
о.Кефалония, Греция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
23.
|
Вафиади Анести Петровича
|
1899
|
г.Кимишхан, Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
24.
|
Евстафиади Георгия
Харламповича
|
1897
|
г.Торосхева, Карс, Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
25.
|
Евстафиади Ивана Игнатьевича
|
1896
|
с.Харшера, Трапезунд,
Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
26.
|
Икономиди Георгия
Варитоновича
|
1899
|
ст.Суздальская, Гор-Ключ.
р., КК
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
27.
|
Илиадис Софоклиса
Георгиевича
|
1902
|
с.Хакакса, Трапезунд,
Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
28
|
Иосифиди Панайота
Евстафьевича
|
1895
|
с.Харшера, Трапезунд,
Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
29
|
Кириакиди Иордана
Николаевича
|
1896
|
с.Чолошени, Трапезунд,
Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
30
|
Кириакиди Спиридона
Григорьевича
|
1910
|
с.Чолошени, Трапезунд,
Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
31
|
Ксандопуло Александра
Давыдовича
|
1914
|
г.Грозный, Чечено-Ингуш.
АССР
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
32
|
Металиди Михаила
Ивановича
|
1889
|
г.Орду, Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
33
|
Понайоту Григория
Спиридоновича
|
1887
|
г.Кимишхан, Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
34.
|
Попандопуло Георгия
Николаевича
|
1893
|
с.Хакакса, Трапезунд,
Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
35.
|
Попандопуло Евстафия
Михайловича
|
1888
|
с.Хашера, Трапезунд,
Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
36.
|
Попандопуло Апостола
Исаковича
|
1906
|
с.Хакакса, Трапезунд,
Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
37.
|
Цахалиди Федора
Николаевича
|
1892
|
с.Пазбен, Трапезунд,
Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
38.
|
Чемберлиди Харлампия
Григорьевича
|
1892
|
с.Сарандар, Трапезунд,
Турция
|
Закл. в ИТЛ на 10 лет
|
Ταυτόχρονα
τα πολυτελή σπίτια "απαλλοτριώθηκαν", η εκκλησία γκρεμίστηκε και το
δημοτικό σχολείο σταμάτησε τη λειτουργία του. Για
αυτό το λόγο η Σοφία Παπαδοπούλου ενώ πριν πήγαινε στο ελληνικό σχολείο, το
1937-38 φοίτησε στο αντίστοιχο ρωσικό.
Πιστοποιητικό φοίτησης της Σοφίας
Παπαδοπούλου της Β’ Δημοτικού.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Το σχολείο Νο 13 της Σοφίας
Παπαδοπούλου.
Οδός Σοφιόνοβα. Γκρόζνυ
Ζητήθηκε
από τους Έλληνες Ποντίους να αλλάξουν υπηκοότητα και να πάρουν τη ρωσική.
Κάποιοι είχαν ελληνικά διαβατήρια, κάποιοι άλλοι είχαν μόνο άδειες παραμονής. Ειδικά
αυτοί που είχαν έρθει πριν τις αρχές του 20ου αιώνα. Όσοι αρνήθηκαν έπρεπε να
φύγουν για την Ελλάδα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Μετά τα γεγονότα του 1937 ένα
τμήμα του Ελληνισμού του Γκρόζνυ, σαν
σπρωγμένο από κάποια αιτία μπήκε σε μία βάρκα μεσοπέλαγα στο μαύρο σκοτάδι και απομακρύνθηκε βιαστικά
αναζητώντας το φως της αυγής.
Φευ...
Αυτοί που κατέληξαν στην Ελλάδα αντίκρισαν
για μία ακόμα φορά τη μοίρα του Προμηθέα. Να υποφέρει καθημερινά και να
προσπαθεί να ξαναγεννηθεί. Το μόνο που τους συνόδεψε ήταν οι αναμνήσεις τους.
Στο καράβι που πήραν από την Οδησσό για την Ελλάδα υπήρχαν μόνο γυναικόπαιδα. Τους
έβγαλε στην Kαρβουνόσκαλα,
στο Χατζηκυριάκειο του Πειραιά. Στοιβάχτηκαν στις παράγκες της Δραπετσώνας και
στις γειτονιές της Ανάστασης, της Χαραυγής. Κάποιοι Γροζναίοι κατοίκησαν στον
Κορυδαλλό, στα Γιαννιτσά και οι καταγόμενοι από τη Χάκαξα στο Τσοτύλι.
Διασκορπίστηκαν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, αρκετοί όμως κρατούσαν επαφή
μεταξύ τους. Ιδίως όσοι είχαν συγγενική σχέση.
Άρχισα από το 2017 να συγκεντρώνω στοιχεία από
όσους έχουν απομείνει από τους συγγενείς μου. Ο Ζώρας Ευσταθιάδης, πρώτος
ξάδελφος του παππού μου, γεννημένος το 1921, οποίος είχε τελειώσει το Ρωσικό
Γυμνάσιο αριστούχος στο Γκρόζνυ και είχε γίνει ήδη δεκτός να φοιτήσει στο
Πανεπιστήμιο, και ήρθε στη Ανάσταση της Δραπετσώνας το 1939, οδηγήθηκε από τον
νόστο το 1982 να επισκεφτεί τη Γρόζνα κατόπιν πρόσκλησης κάποιου συμμαθητή του.
Το σπίτι του Ζώρα Ευσταθιάδη.
Οδός
Γκαρατζεβόσκα και ότι σώζεται σήμερα.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Έβγαλε φωτογραφία μπροστά στο σπίτι του και
σημείωσε πίσω από τη φωτογραφία τη διεύθυνση. Πολύτιμη πληροφορία για μένα.
Είναι αυτός που μου είπε ότι το σπίτι του παππού μου ήταν ταχυδρομείο και πολύ
κοντά στο σπίτι του.
Από το Θάνο Ταργοντσίδη πήρα το γράμμα του θείου του με
διεύθυνση: Ούλιτσα Μπαλσάγια.
Η Λίζα Γρηγοριάδη κόρη του
Χαρσερέτη Στάθη Παπαδόπουλου αφηγείται:
«Γεννήθηκα το 1927 στο Γκρόζνυ, το ’39 που
ήρθα στην Δραπετσώνα ήμουν 12 χρονών. Πρωτοπήγα σχολείο στην Γρόζνα. Τον πατέρα
μου τον λέγανε Στάθη Παπαδόπουλο, που ήταν αδελφός του Κωστάναγα, πρώτος ξάδερφος του παππού σου και γεννήθηκε
στην Χάρσερα γύρω στο 1890. Σε ηλικία είκοσι χρονών πήγε στη Γρόζνα και μετά από δύο χρόνια παντρεύτηκε τη
μαμά μου, που ήταν τότε δεκαεπτά χρονών. Τον πατέρα μου που ήταν άγιος άνθρωπος, ένα αρνί του θεού,
ήρθαν ένα βράδυ και τον πήρανε κάπου στο ’37 από το Γκρόζνυ και πέθανε κάπου
στην Σιβηρία από τη πείνα, όπως μας είπε ο θείος ο Γιάγκος ο Ευσταθιάδης που
ήρθε και αυτός από τη Σιβηρία το 1956. Η μαμά μου, η Κρωμναία Παρθένα
Παναγιωτίδου απέκτησε μαζί του πέντε παιδιά. Κατά σειρά: η Ξένη, εγώ, η Κάλλη,
η Λένα και ο Ξένος. Τα Ρωσικά τα καταλαβαίνω όλα, αλλά μπορώ και συνεννοούμαι μόνο στα βασικά. Είχε εμπορικό
μαγαζί και ζούσαμε πλούσια. Στη Γρόζνα μέναμε σ’ ένα τετράγωνο σχετικά κοντά
στο ποτάμι και στο κέντρο. Τα δωμάτια ήταν όλα μεσοτοιχία με των άλλων σπιτιών
και αν χτύπαγες το ένα ντουβάρι ο ένας με τον άλλον μπορούσαν να
επικοινωνήσουν. Όλοι στο τετράγωνο μας ήταν Πόντιοι και συγγενείς μεταξύ τους.
Για παράδειγμα η Λένα η Γαντζάβα, η θεία μου η Ξάνθη, η θεία μου η Παρέσσα και
η μαμά μου που τη φώναζαν Γαλατάβα. Την λέγανε έτσι, γιατί είχε πολλά
ζώα (αγελάδες) και ήταν για τα δεδομένα της εποχής πλούσια.
Στο σπίτι μας τα μπαούλα
μας ήταν γεμάτα. Ότι ρούχα θέλαμε τα είχαμε. Είχαμε και ένα σωρό βάζα γυάλινα
με φρέσκο βούτυρο. Γι’ αυτό βγάζαμε και το δίστιχο:
«Εφέκαμε τη Ρούσσια και
έρθαμε στην Ελλάδα. Νέσπαλαμε το βούτουρον και τη χτηνή το γάλα».
Όσους
συμπατριώτες ήξερα όλοι είχαν την σειρά τους. Από τη Γρόζνα, πήγαμε στη Μόσχα
για να πάρουμε τα διαβατήριά μας και μετά
μας πήγανε στην Οδησσό. Από κει πήραμε το καράβι –Σβετάνια το λέγανε–
(υπήρχε και το Ουκράνια με το οποίο ήρθαν άλλοι συμπατριώτες μου) και φθάσαμε
στον Πειραιά. Στο καράβι όταν ερχόμασταν στην Ελλάδα όπου και να κοίταζες
έβλεπες γυναικόπαιδα. Όταν βγήκαμε στο λιμάνι του Πειραιά, ήρθε και μας πήρε ο ξάδελφος
μου ο Αδαμίκος και μας φώναζαν στο δρόμο ψιτ και ψιτ κι εμείς αθώοι ψάχναμε με
το μάτι να δούμε που ήταν οι κότες….
Ήμασταν και άτυχοι εκείνα τα χρόνια. Στη
Γρόζνα είχαμε δύο σπίτια. Μας επέτρεψαν να τα πουλήσουμε και τα λεφτά τα βάλαμε
στην Τράπεζα στην Γρόζνα, για να τα πάρουμε μετά στην Ελλάδα. Έγινε όμως ο
πόλεμος το ’41 και τα χάσαμε όλα. Εν τω μεταξύ στέλναμε δέματα στην Ελλάδα,
αλλά τα δέματα δεν πήγαιναν…
Όταν
συλλάβανε τον πατέρα μου πήγε η μαμά μου να τα βγάλει χαρτιά για να έρθει στην
Ελλάδα και ο αξιωματικός την ρώτησε:
- Που θα πας γυναίκα μόνη
με πέντε παιδιά;
(Ευγενική
παραχώρηση της φωτογραφίας από τη Λίζα Γρηγοριάδη)
Και η μάνα μου απάντησε:
- Στην πατρίδα μου».
Τέτοια αγάπη είχαν για την Ελλάδα, και ας μην
την είχαν δει ποτέ…(Μαρτυρία Ελισάβετ
Γρηγοριάδη 29-3-2016, Αμφιάλη Κερατσινίου στο Βασίλη Κωνσταντινίδη).
Πολύ
ενδιαφέροντα στοιχεία όμως μας δίνει και η κόρη των Χαρσερετών Ανθούλα Ιωσηφίδου.
Ανθούλα Ιωσηφίδου.
(Ευγενική
παραχώρηση της φωτογραφίας από τη Κική
Τσιμπρικίδου)
«Με λένε Ανθούλα Ιωσηφίδου. Γεννήθηκα στις 18
Μαρτίου 1925 στο Βλαδικαφκάζ. Όταν ήμουνα πολύ μικρή μετακινηθήκαμε στο Γκρόζνυ. Ο πατέρας μου
Δημήτριος Ιωσηφίδης γεννήθηκε το 1890
στη Χάρσερα της Αργυρούπολης στο Πόντο και πέθανε στο Βλαδικαφκάζ μόλις
τριανταπέντε χρονών, το 1926.
Στο Γκρόζνυ θυμάμαι ότι το σπίτι μας
ήτανε στην οδό Περβαμάσκαγια (Πρωτομαγιάς) 103 και είχαμε φούρνο. Είχαμε τη
σειρά μας. Εγώ πήγαινα μικρή στο Ελληνικό σχολείο στο Γκρόζνυ. Έχω
φωτογραφία σ’ αυτό Νούμερο 12 τη σχολική
χρονιά 1934-35.
Απέναντι από το
σχολείο υπήρχε η Ελληνική εκκλησία και όταν τη γκρεμίσανε εμείς τρέχαμε να
πάρουμε τις εικόνες και να τις κρύψουμε. Οι Έλληνες ήμασταν όλοι κοντά μαζί με
το σχολείο και την εκκλησία μας. Κάποια στιγμή μας είπανε να πάρουμε τη Ρωσική
υπηκοότητα. Εμείς αρνηθήκαμε και η μαμά μου αποφάσισε να πάει στην Ελλάδα.
Πήραμε τα Ελληνικά διαβατήρια πουλήσαμε το σπίτι μας σε κάτι Τσετσένους και πήγαμε
στην Οδησσό και πήραμε το καράβι για να έρθουμε στο Πειραιά το 1938. Μας επιτρέψαμε να φέρουμε πράγματα μαζί μας,
αλλά κάτι χαλιά που είχαμε μας τα κλέψανε στο δρόμο.
Την ημέρα που μαζεύαμε τα πράγματά μας για να φύγουμε, κάποιος
κλέφτης βλέποντας τους μπόγους επιχείρησε να μπει για να αρπάξει τα πράγματα
που είχαμε στην αυλή για την αναχώρηση. Μέσα στην σαστιμάρα μας ο θείος μου ο
Αντώνης, άρχισε να τρέχει πανικόβλητος και να μαζεύει τις φωτογραφίες
προσπαθώντας να τις γλιτώσει από τον κλέφτη. Όταν βγήκαμε στο Πειραιά μας
βάλανε στην αρχή σ‘ ένα ξενοδοχείο δίπλα στη προκυμαία.
Την επόμενη χρονιά, το
1939, με τα χρήματα που φέραμε αγοράσαμε το νέο «πατρικό» μας στην οδό Αβέρωφ
103 στον Κορυδαλλό και ξεκίνησε η βιοπάλη……….»
(Μαρτυρία
Ανθούλας Ιωσηφίδου στο Βασίλη Κωνσταντινίδη στις 3 Φεβρουαρίου 2018,
Κορυδαλλός).
Έστω
και αν ήρθαν κακήν κακώς στην Ελλάδα οι απελαθέντες Πόντιοι του Γκρόζνυ πάντα αναρωτιόντουσαν για
τη τύχη των δικών τους ανθρώπων. Η Σοφία Παπαδοπούλου, μεγαλύτερη αδερφή της
μητέρας μου το 1964 προσπάθησε να μάθει την τύχη του πατέρα της Ιωάννη μέσω
δικηγόρου στη Μόσχα. Δεν πληροφορήθηκε κάτι.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Η πίκρα της την οδηγούσε να επισκέπτεται κάθε
Κυριακή το μικρό ρωσικό εκκλησάκι της Αγίας Όλγας στο Ναυτικό Νοσοκομείο
κρατώντας από το χέρι τον αρθρογράφο που δεν είχε κλείσει ούτε καν τα πέντε του
χρόνια.
Μετά από αυτό η Σοφία έφυγε στην Αμερική μαζί με
τη μικρότερη αδελφή της Ελένη. Και πάλι όλο το σόι τις ξεπροβόδισε.
Ο αποχαιρετισμός.
Ο πιο μικρός της
φωτογραφίας είναι ο αρθρογράφος.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Σε 25 χρόνια τρεις πατρίδες.... Η μοίρα του
Οδυσσέα. Να μη στεριώνει πουθενά και πάντα να ξεκινάει από την αρχή. Μόνο που
εκείνος σκότωσε τους εχθρούς του όταν γύρισε στο σπίτι του. Τους μνηστήρες.
Μετά από δεκαετίες και κατά παράκληση μου
ο πλέον αρμόδιος για την αναζήτηση "χαμένων Ποντίων" στη Σοβιετική
Ένωση" Ιβάν Τζουχά είχε επίσημη απάντηση ότι Ιωάννης Παπαδόπουλος δεν υπήρξε… Ή τουλάχιστον δεν
είχαν καμιά πληροφορία τι απέγινε. Αν είναι δυνατόν….
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Πως
μπορείς να αντέξεις τόσο απότομες αλλαγές στη ζωή σου? Πως δεν τρελάθηκαν αυτοί
οι άνθρωποι που βρέθηκαν από τα ψηλά στις παράγκες? Πως αυτές οι γυναίκες σαν
την γιαγιά μου Ελισάβετ Φιλιππίδη- Παπαδοπούλου, 29 μόλις ετών με τρία
κοριτσάκια τη Σοφία δέκα, τη Ζηνοβία επτά και την Ελένη τρία, φθάνοντας στην
Ελλάδα δεν έγιναν πόρνες ζώντας σε υπόγεια και χωρίς υποστήριξη ενός συζύγου
και πατέρα στη γερμανική κατοχή που θα ερχόταν? Αντιθέτως πάντα με αγάπη για
τον όποιο κατατρεγμένο ενεργούσαν.
Οι γεννημένες στο Γκρόζνυ Σοφία και
Ελένη Παπαδοπούλου με τον Χαράλαμπο Φιλιππίδη.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Στη
μνήμη τους και για να μη χαθούν αυτές οι πληροφορίες στο πέρασμα του χρόνου
οδήγησαν τον αρθρογράφο στο συγκεκριμένο τόλμημα. Να γράψει για τα βάσανα τους…
Τα έφερε έτσι η ζωή και αποτόλμησε την επίσκεψή του στο Γκρόζνυ το 2019, κάτι
που προηγουμένως φαινόταν ουτοπία.
Β. Η Έξοδος των τελευταίων Ποντίων από
τη πόλη.
Όχι όμως ότι όσοι Πόντιοι
παρέμειναν στο Γκρόζνυ
μετά τη λαίλαπα της διετίας 1937-1939 θα είχαν διαφορετική τύχη. Συνετέλεσαν οι
Ρωσοτσετσενικοί πόλεμοι. Η
έξοδος των τελευταίων Ελλήνων από το Γκρόζνυ έγινε επιτακτική. Ειδικά για τύχη των Ελλήνων μετά τους
Ρωσοτσετσενικούς πολέμους ο Βλάσης Αγτζίδης σε εργασία του αναφέρει:
«Η νεότερη εστία πολέμου στον Καύκασο εμφανίστηκε στην
Τσετσενία, η οποία ήταν Αυτόνομη Δημοκρατία, ενταγμένη όμως στη Ρωσία. Το 1992
ανακήρυξε την ανεξαρτησία της, σε αντίθεση με τη θέληση της Ρωσίας. Η Τουρκία,
η οποία είχε παραδοσιακούς δεσμούς με τις μουσουλμανικές εθνότητες του Καυκάσου
και φιλοξενούσε στο έδαφός της δεκάδες χιλιάδες άτομα τσετσενικής καταγωγής,
απογόνους των προσφύγων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, μετά την κατάληψη της
πατρίδας τους από τους Ρώσους στις αρχές του 19ου αιώνα, βοήθησε το τσετσενικό
κίνημα. Ένα από τα μέτρα που πήρε, ήταν η φιλοξενία προσφύγων στην κατεχόμενη
Κύπρο. Η ελληνική πολιτεία αντέδρασε άμεσα στην κρίση. Συγκροτήθηκε
συντονιστικό όργανο με επικεφαλής τον πρέσβη στη Μόσχα. Την επιχείρηση ανέλαβε
να διεκπεραιώσει το Εθνικό Ίδρυμα Υποδοχής και Αποκατάστασης Προσφύγων Ομογενών
Ελλήνων, ο πρόεδρος του οποίου (ο σημερινός υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου
Γιώργος Ιακώβου) μετέβη επιτόπου. Στόχος των προσπαθειών ήταν ο εντοπισμός των
Ελλήνων μεταξύ των δεκάδων χιλιάδων προσφύγων από την Τσετσενία, η οικονομική
κάλυψη των προσφύγων, η προετοιμασία για αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας και η
μεταφορά των Ελλήνων προσφύγων σε ασφαλέστερες περιοχές. Έτσι ο Έλληνας πρέσβης
συναντήθηκε με το Ρώσο υπουργό Έκτακτων Αναγκών, ο οποίος προερχόταν από τη
βόρειο Οσετία και είχε βοηθήσει την οργάνωση των εκεί Ελλήνων. Η βασική όμως
επιλογή της ελληνικής πλευράς, στην περίπτωση της Τσετσενίας, ήταν η παραμονή
τους στη νότιο Ρωσία, σε σπίτια αγορασμένα από το ελληνικό δημόσιο και ειδικά η
εγκατάστασή τους, με πρόγραμμα αγοράς σπιτιών στο ελληνικό χωριό Γκρετσέσκογιε
της περιφέρειας της Σταυρούπολης».
Πως εντοπίστηκαν όμως οι εγκλωβισμένοι Πόντιοι αξίζει να μας ενημερώσει ο απόγονος
του πολυμήχανου Οδυσσέα.
Ο Βαλεντίν Σαχμπάζοφ (Βαλεντίνος
Σαχπαζίδης) από το Μινεράλνιε Βόντι εξηγεί:
"Όταν καταλάβαμε ότι θα πλησίαζε
ο βομβαρδισμός στο Γκρόζνυ για να προστατεύσουμε τους δικούς μας πήραμε τον
τηλεφωνικό κατάλογο της πόλης και τους εντοπίσαμε. Μετά εγώ, ο Αχιλλέας
Αλιχανίδης και ο Τεχνόπουλος δώσαμε την κατάσταση στον Έλληνα πρόξενο που ήταν
ο Διονύσης Καλαβρέζος και τον Απόστολο Αποστολίδη που τον συνόδευε. Αυτοί
επικοινώνησαν με Ρώσους στρατιωτικούς και τους έδωσαν τα ονόματα. Έτσι
κατόρθωσαν να τους βγάλουν από την πόλη και με λεωφορεία τους φέραμε στο
Μινεράλνιε Βόντι σε ξενοδοχείο. Μετά από ένα μήνα συμφώνησαν να πάρουν από
4.000 δολάρια και να μείνουν στο χωριό Γκρετσέσκογιε. Θυμάμαι χαρακτηριστικά
τους Στεφανίδη, Χαραλαμπίδη, Ευσταθιάδη και την
Ιωαννίδου».
(Μαρτυρία
Βαλεντίνου Σαχπαζίδη στο Βασίλη Κωνσταντινίδη στο Μινεράλνιε Βόντι στις 30 Ιουνίου του 2019).
Ένας από αυτούς που συνέργησε στον
απεγκλωβισμό τους, το έφερε η τύχη να είναι ο θείος μου Απόστολος Αποστολίδης
με καταγωγή από τη Χάρσερα. Ο ίδιος θυμάται:
«Εγώ είχα την τύχη να είμαι στην
αποστολή απεγκλωβισμού των τελευταίων Ελλήνων από το Γκρόζνυ. Το 1994 έξω από
το Γκρόζνυ ήταν στρατοπεδευμένα ρωσικά τανκς και ανέμεναν την διαταγή ώστε ο
Ρώσος υποστράτηγος να εισβάλει στην πόλη. Είχαμε γράμμα στην Ελληνική πρεσβεία
στη Μόσχα να σπεύσουμε να απεγκλωβίσουμε τέσσερις οικογένειες Ποντίων, οι
οποίοι δεν ταξίδεψαν για την Ελλάδα τελικά. Απερίγραπτη κατάσταση…
Όμως υπήρχε ένας αξέχαστος Πόντιος που έμεινε στη
πόλη για να σώσει ότι μπορούσε. Ήταν ο διευθυντής της ορθοπεδικής κλινικής στο
Γκρόζνυ, ο Χατζίδης, που ήταν παντρεμένος
με ασιάτισσα και μόλις έμαθε ότι ήμασταν από την Ελλάδα μας αγκάλιασε και
έκλαιγε. Μας κάλεσε στο σπίτι του και μας
έκανε το τραπέζι. Η αποστολή με χρήματα του Ιδρύματος Παλλινοστούντων σε
συνεργασία με το Προξενείο της Μόσχας αγόρασε 23 σπίτια έξω από το Γκρόζνυ για
να στεγάσει και εκεί εγκαταστάθηκαν οικογένειες Ποντίων που δεν ήθελαν να
μετακινηθούν. Τα ονόματά τους πρέπει να αναφέρονται στο Ίδρυμα Παλλινοστούντων
και στο Προξενείο της Μόσχα».
(Μαρτυρία Απόστολου Αποστολίδη 8 Δεκέμβρη 2017 στο Βασίλη
Κωνσταντινίδη, Καλλιθέα).
Β.1. Οι προσωπικές αφηγήσεις των
απεγκλωβισμένων.
Αφού
αποτόλμησα την επίσκεψη στο Γκρόζνυ προσπάθησα εκ των υστέρων να βρεθώ με όσους
διέφυγαν από αυτό κατά τη σύντομη παραμονή μου στο Βόρειο Καύκασο και να μου
δώσουν τη μαρτυρία τους. Ταυτόχρονα μου λύθηκε η απορία γιατί ο παππούς μου
Βασίλης πριν καταλήξει στη Ματζουρία πέρασε από το Γκρόζνυ. Είχε πολλούς συμπατριώτες του
από τη Χάκαξα. Είναι σαφές ότι το παρόν άρθρο μπορεί να αποτελέσει
αφορμή για να βρεθούν και άλλοι από το Γκρόζνυ που ζουν σε άλλα μέρη.
Ο αρθρογράφος με τον Γιάννη Μισαηλίδη
και δίπλα ο Στάθης Κωνσταντινίδης.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Όταν συνάντησα τον Γιάννη Μισαηλίδη το πρώτο
πράγμα που μου συνέβη ήταν να δακρύσω. Ίδιος ο συγχωρεμένος πατέρας μου ο Στάθης. Λίγο πιο
παχύς... Τι σου είναι το DNA? Ίδια η
καταγωγή. Ίδια γονίδια... Η συνέντευξη που μου έδωσε στις 30 Ιουνίου του 2019 στο Κισλαβόσκι με μεταφραστή το Μιχάλη Κοτανίδη.
« Ο πατέρας μου λεγόταν ο Αριστείδης
και γεννήθηκε στη Χάκαξα το 1911. Ο παππούς μου ήταν ο Θεόδωρος. Η μητέρα μου λεγόταν
Σοφία Ιορδανίδου. Το 1915 ο Αριστείδης με τα αδέλφια του: τον Παναγιώτη, τον
Γιώργο, τη Σοφία και την Ευτυχία έφυγαν από τη Χάκαξα, πήγανε πρώτα στην
Ελλάδα, από κει στην Κριμαία, μετά στη Γιάλτα και μετά στο Βλαδικαφκάς μέχρι να
καταλήξουν στην Ρωσία, αφού προηγουμένως
σκότωσαν τον πατέρα του Θεόδωρο. Η αδερφή του η Σοφία που παντρεύτηκε τον
Ιορδανίδη ζούσε στο Βλαδικαφκάς. Η
Ευτυχία ήταν αυτή που πήρε στην πλάτη στον πατέρα μου γιατί ήταν μικρός και τον μετέφερε στη Γρόζνα. Η Ευτυχία
παντρεύτηκε τον Ιωακειμίδη και έζησε στην Πάτρα. Εγώ γεννήθηκα το 1943 στη
Γρόζνα και το 1970 τελείωσα το Πολυτεχνείο- Ινστιτούτο πετρελαίου με την
ειδικότητα πολιτικός μηχανικός. Πάντα σε όσες θέσεις δούλεψα στη ζωή μου ήμουνα
διευθυντής.
Ο Γιάννης Μισαηλίδης μιλάει στους
υφισταμένους του.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Καθηγητής στο πανεπιστήμιο και
δάσκαλός μου ήταν ένας χρυσός άνθρωπος από τη Χάρσερα. Ο Αβραάμ Ιγνατιάδης του
Ισαάκ που μας έκανε τότε Γεωδαισία. Ο γιος του Ευκλείδης σήμερα ζει στο
Κισλαβόσκι. Στο Γκρόζνυ είχαμε δύο ελληνικά σχολεία. Το ένα στο σταυροδρόμι της
οδού Περβαμάσκαγια και πλατείας Ορζονικίτζε
που αργότερα μετατράπηκε σε ρωσικό σχολείο με τον αριθμό 9. Μετά το
χάλασαν και χτίστηκαν εκεί κτίρια του
πανεπιστημίου. Το δεύτερο σχολείο έγινε αργότερα τεχνολογικό ίδρυμα. Παλιά στην
πόλη εκδιδόταν και ελληνική εφημερίδα και ζούσαν περισσότεροι από 5.000 Πόντιοι.
Ο παππούς μου από τη μεριά της μητέρας μου ο Ιορδάνης Ιορδανίδης ήταν και αυτός
από τη Χάκαξα και είχε δικό του φούρνο και εξέτρεφε άλογα. Αν θυμάμαι καλά 13
τον αριθμό. Ζούσαμε πολύ καλά, το '32 όμως μας τα πήραν όλα και μάλιστα το 1943
πέθανε και ο παππούς μου.
Υπήρχε όμως ένα ελληνικό παρεκκλήσι
στην Ούλιτσα Γκριμπογέντοβα. Το ξέρω καλά γιατί η μαμά μου βαφτίστηκε εκεί. Ο
πατέρας μου κατηγορήθηκε μαζί με αρμένιους ότι κλέβανε το ψωμί από τους φούρνους, ενώ σαφέστατα η
δίκη του ήταν πολιτική. Για αυτό το λόγο διώχθηκε και εξορίστηκε για 10 χρόνια
στο Κρασνογιάρσκ Κράι, αλλά τον πήγανε και στο Μαγκαντάν από το 1944 έως το 1954
για 10 χρόνια.
Πήγα για πρώτη φορά στην Ελλάδα το
1980 στα Γιαννιτσά σε συγγενείς μας και όταν γύρισα προσπάθησα να οργανώσω τους
Πόντιους στο Γκρόζνυ για να γιορτάσουμε την 25η Μαρτίου και για να μαζευτούμε είπαμε ότι η γυναίκα μου
είχε γενέθλια. Όμως οι αρχές το πήραν
χαμπάρι και μας το απαγόρευσαν. Μας είπαν να γράψουμε σε μία κατάσταση ποιοί θα
ήταν οι προσκεκλημένοι.....
Όταν καταστράφηκε το Γκρόζνυ από τους
βομβαρδισμούς στο Ρωσικό- Τσετσενικό πόλεμο εγώ με το ζόρι κατόρθωσα να διαφύγω
ανάμεσα σε πτώματα και πυροβολισμούς, αφού παρέμεινα κρυμμένος σε ένα υπόγειο.
Επειδή όμως μιλούσα τα τσετσενικά και ήμουνα πολύ αγαπητός στους Τσετσένους από
τις δουλειές που είχα κάνει στο Γκρόζνυ, ένας Ρώσος συμφοιτητής μου που ήτανε
στη Μόσχασε μεγάλο πόστο με παρεκάλεσε να επιστρέψω στην πόλη και να φροντίσω ώστε η
πόλη να ξαναχτιστεί. Και έτσι και έγινε. Επέστρεψα για να την ξαναχτίσω. Κάθε
μέρα με απειλούσαν οι Τσετσένοι, αλλά τελικά με άφησαν να ολοκληρώσω. Αν ήμουνα
Ρώσος το πρώτο βράδυ θα με είχαν σκοτώσει. Από τους υπόλοιπους πόντιους θυμάμαι
από τη Χάρσερα που ήταν πάρα πολλοί
κάποιους με το επίθετο Πουμπουλίδης. Για
παράδειγμα ο άντρας της Ελένης
Πουμπουλίδου, ο Γκριγκοριάντς ήταν
μάλιστα καθηγητής στο πανεπιστήμιο. Τη Παπαδοπούλου Ελεονώρα, που ήταν η
δασκάλα μας στο ελληνικό σχολείο και διευθύντρια αργότερα στο Ρωσικό. Μετά το
βομβαρδισμό της πόλης πήγαμε στο Γκρετσέσκογιε. Από τη Χάκαξα ήταν ο
Παναγιωτίδης, ο Μασμανίδης, ο Δεμερτζίδης (Τεμίροφ), ο Γιαννακίδης, ο
Κατακίδης, ο Κεραμίδης, ο Χριστοφορίδης και ο Αθανασιάδης που ήταν και ο νονός μου».
Η Αικατερίνη Ιωαννίδου με τον
αρθρογράφο.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
«Εγώ γεννήθηκα το 1942 στο Γκρόζνυ. Ο
πατέρας μου Ευστάθιος γεννήθηκε και αυτός στο Γκρόζνυ το 1913 και η καταγωγή
του ήταν από το Καρς. Τώρα μετά την αποχώρησή μου από το Γκρόζνυ ζω στο
Γκρετσέσκογιε. Σχολείο ελληνικό υπήρχε κοντά στο Ινστιτούτο πετρελαίου. Νομίζω
στην οδό Πούσκιν. Βέβαια το '37 το έκλεισαν και θυμάμαι τη μητέρα μου με
λύπη να λέει
«ότσεν ότσεν Ρωμαίοι έφυγαν σην Ελλάδα».
Δηλαδή πολλοί, πολλοί Ρωμιοί έφυγαν για την
Ελλάδα. Και εγώ όπως σχεδόν όλοι οι Πόντιοι μορφώθηκα. Ήμουνα καθηγήτρια
Ρωσικής γλώσσας. Θυμάμαι ότι κάπου στο 1980 έγινε ο ελληνικός-ποντιακός
σύλλογος και ο Μισαηλίδης, που ζει τώρα
στο Κισλαβόσκι ήταν ο πρώτος πρόεδρος του. Ανεπίσημα πάντα, γιατί αυτό
απαγορευόταν από τις αρχές. Θυμάμαι πολλούς Πόντιους. Μα πιο πολύ έκανα παρέα
με τη Ζωή την Ευσταθιάδου, τον Ιγνατιάδη, και τον Χαραλαμπίδη. Μα θυμάμαι και αυτόν τον
κύριο που μου έδειξες στη φωτογραφία (σημείωση του αρθρογράφου: τον Απόστολο
Αποστολίδη) ο οποίος μας έβγαλε από το Γκρόζνυ μετά τους βομβαρδισμούς».
(Μαρτυρία
Αικατερίνης Ιωαννίδου στις 30 Ιουνίου του 2019 στο χωριό Γκρετσέσκογιε στο Βασίλη Κωνσταντινίδη με
μεταφραστή το Βαλεντίνο Σαχπατζίδη).
Ιδιαίτερη
συγκίνηση είχα και συνάμα μεγάλη αγωνία σήμερα που θα επισκεπτόμουν το σπίτι των συγγενών μου από τη Χάρσερα στο
Εσσεντούκι. Η αρχόντισσα της οικογένειας Αθήνα Κεραμίδη, που έχει καταγωγή από
τη Χάκαξα, η σύζυγός του Χαρσερέτη Θεόδωρου Μεταλλίδη, είναι σήμερα 96 χρονών
και σε άριστη πνευματική κατάσταση.
Οικογένεια Μεταλλίδη.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Ο γιος της ο Γιώργος, ψυχούλα, με υποδέχτηκε με μία
τεράστια αγκαλιά και μου είπε:
"πολλά αγαπώ σε".
Μου έφερε ένα βιβλίο με φωτογραφίες της
Ακρόπολης, έκανε το σταυρό του φίλησε το
βιβλίο και μου έδειξε την Ακρόπολη για να του δείξω πού είναι το σπίτι μου στην
Αθήνα. Αθάνατη ποντιακή ψυχή. Αλησμόνητο ποντιακό αίμα.... Μαζί τους ήταν και η
ανιψιά της Αθηνάς η Όλγα Κεραμίδη.
Η
κόρη της Αθηνάς η Βιολέτα μου
εξιστόρησε:
"Η μητέρα μου λέγεται Αθηνά
Κεραμίδη και ήταν σύζυγος του Θεόδωρου
Μεταλλίδη. Γεννήθηκε το 1923 στο Γκρόζνυ, απόκτησε δύο παιδιά: εμένα και τον
Γιώργο. Τελείωσε το ελληνικό σχολείο, που νομίζει ότι βρισκόταν στην οδό
Περβαμάσκαγια στον αριθμό 12. Δεν θυμάται αν υπήρχε Ελληνική Εκκλησία. Από τις
φωτογραφίες που μου έδωσες που της
έδειξα με μαθητές του ελληνικού σχολείου θυμήθηκε μόνο την Λεμόνα Ιωσηφίδη.
Νομίζω όμως ότι η εκκλησία ήταν εκεί που είναι σήμερα το παλάτι του Καντίροφ.
Τα μεγάλα αδέρφια της μητέρας μου ο Ανατόλιος Σαρηγιαννίδης και ο Φίλιππας Κεραμίδης συνελήφθησαν από το
καθεστώς το 1937 και τους σκότωσαν. Ο πατέρας μου Θόδωρος Μεταλλίδης από ότι
ξέρω καταγόταν από τη Χάρσερα και γεννήθηκε το 1918 στο Γκρόζνυ. Κάποια στιγμή
θυμάμαι ότι το '68 ήρθε από την Ελλάδα και μας επισκέφθηκε η Κάλλη Μεταλλίδη
που ήταν αδελφή του πατέρα μου με τον γιο της Αβραάμ και το γλεντήσαμε ανάλογα.
(Ευγενική
παραχώρηση της φωτογραφίας από την οικογένεια Μεταλλίδη)
Στη θέση της εκκλησίας αρχικά στέγασαν το
αρχείο της Σοβιετικής Ένωσης, μετά το έκαναν ορφανοτροφείο και το 1970 το
χάλασαν και το έκαναν πισίνα. Η ελληνική συνοικία δεν ήταν συγκροτημένη και τα
σπίτια που μέναμε ήταν διασκορπισμένα παντού. Οι πιο πολλοί Πόντιοι όμως ήταν
στην Μπαρόνοφκα ανάμεσα στις οδούς Γκοριατσεβόσκα, Μπαλσάγια, Περβαμάσκαγια και
τη λεωφόρο Ορζονικίτζε.
Η ελληνική συνοικία Μπαρόνοφκα που επεκτεινόταν από τη
γέφυρα όπου σήμερα είναι το παλάτι του Καντίροφ μέχρι την οδό Ζουκόφκοβο, περιλάμβανε
τις οδούς: Μπαλσάγια, Σαντόβαγια, Ουροτάινε, Σπακόιντε, Ζουζένσκαγια και
Μπαζάρο- Ζαρίτσναγια. Σήμερα όλοι οι δρόμοι έχουν αλλάξει ονόματα. Στο ελληνικό
σχολείο παλιά διευθυντής ήταν ο Χαρσερέτης Ιγνατιάδης. Ο γιος του έγινε μεγάλος
καθηγητής στο πανεπιστήμιο.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου οι Γερμανοί
έφτασαν μέχρι το Μοστόκ της Οσετίας. Δεν μπήκαν μέσα στο Γκρόζνυ. Τους
ενδιέφεραν μόνο να πάρουν τα πετρέλαια
της πόλης.
Η μητέρα μου τότε ήταν 18 χρονών και εκείνη την εποχή τους Έλληνες
δεν τους έπαιρναν φαντάρους. Δεν τους θεωρούσαν πατριώτες, όμως πήραν τη μητέρα
μου για να δουλέψει στη εκσκαφή μιας τάφρου περιμετρικά της πόλης. Οι
σοβιετικοί δεν άφηναν κανέναν να βγει έξω από την πόλη για να μην την εγκαταλείψουν και την καταλάβουν εύκολα οι
Γερμανοί. Έβαλαν πετρέλαιο μέσα στην τάφρο και το έκαιγαν ώστε οι Γερμανοί να
μην μπορούσαν να πλησιάσουν.
Με τους Τσετσένους δεν είχαμε ποτέ προβλήματα.
Ήμασταν πολύ καλά μαζί τους και τους
μόνους που αγάπαγαν ήμασταν εμείς οι Έλληνες. Αυτοί όπως και εμείς υποφέραμε
πάρα πολλά από τον Στάλιν. Ακόμα και τώρα έχουμε πολύ καλές σχέσεις και
πηγαινοερχόμαστε με κάποιες οικογένειες. Εμείς για να πω την αλήθεια δεν θέλαμε
να φύγουμε από το Γκρόζνυ. Είχαμε τη σειρά μας. Ο θείος μου ήταν διευθυντής
στην τράπεζα και δεν πίστευε ότι μπορούσε επί Σοβιετικής εποχής να γίνει τόσο
κακό στην πόλη.
Όταν βγήκαμε αναγκαστικά έξω από τη
πόλη κάποιοι από μας γύρισαν στην Ελλάδα. Οι περισσότεροι όμως από μας πήγαν
στην περιοχή της Σταυρούπολης αλλά και κάποιοι άλλοι στο Νοβοροσίσκ, στο
Γελεντζίκ και στο Κρασνοντάρ. Όπου είχαν συγγενείς. Θυμάμαι μερικά επίθετα
δικών μας: Κεφαλίδης, Κεραμίδης, Καβακίδης, Μισαηλίδης, Ιγνατιάδης,
Χριστοφορίδης. Όλοι ήμασταν μορφωμένοι. Εγώ είμαι πολιτικός μηχανικός. Όλοι
είχαμε καλές δουλειές και πολύ συχνά βρισκόμασταν μεταξύ μας. Γιορτάζαμε σε
γάμους βαφτίσεις, γενέθλια και από τη
δεκαετία του '70 γιορτάζαμε στα κρυφά και την 25η Μαρτίου. Μετά το '50 επειδή
είχαμε προβλήματα δώσαμε τα ελληνικά διαβατήρια και πήραμε τα σοβιετικά για να
μπορούμε να μπούμε στα πανεπιστήμια και να δουλέψουμε αργότερα.
Όταν άρχισε ο πόλεμος οι Τσετσένοι αντάρτες
δεν άφηναν κανένα να βγει έξω από την πόλη. Κόλαση γινόταν, συνεχώς μάχες και
ερείπια έβλεπες. Όταν ο Σεργκέι ο άντρας μου διέφυγε, παντού έβλεπε αίμα και
πτώματα.. Ο άντρας μου ο Σεργκέι είχε βγει από τη πόλη για να βρει σπίτι στο
Εσσεντούκι και να μετακομίσουμε εκεί αργότερα επειδή φοβόταν ότι θα γίνει
χαμός. Τα τηλέφωνα όμως δεν λειτουργούσαν και έτσι δεν μπόρεσα να τον
ειδοποιήσω ότι στις 26 Δεκεμβρίου μαζί με τα παιδιά μου έφυγα, ενώ αυτός γύρισε
στο Γκρόζνυ. Έμεινε δύο μέρες για να μαζέψει όλα τα πράγματα μας και να φύγει.
Όμως τον πρόλαβαν οι βομβαρδισμοί. Την Πρωτοχρονιά άρχισαν να βομβαρδίζουν την πόλη οι Ρώσοι
δυνατά. Τρέλα γιατί από ένα εκατομμύριο κόσμο που είχε η πόλη το 80% ήταν
Ρώσοι. Οι Τσετσένοι ήταν γενικά
φιλήσυχοι. Δεν ήταν όλοι οι τρομοκράτες. Ο άντρας μου και κάποιοι φίλοι μας
αναγκάστηκαν να μαζευτούν σε ένα υπόγειο για να γλιτώσουν. Μία βόμβα όμως που έπεσε κοντά του τον τραυμάτισε μεταξύ του πνεύμονα
και του συκωτιού. Μετά στις 6-7 Γενάρη οι Ρώσοι ξαναβομβάρδισαν και τότε
κάποιοι φίλοι μας Τσετσένοι τον έβγαλαν από το υπόγειο όπου είχαν σκοτωθεί
πέντε άτομα και ανάμεσά τους δύο παιδιά και τον φυγάδεψαν. Έτσι γλίτωσε
τραυματισμένος, αλλά στο δρόμο έβλεπε παντού πτώματα, αίματα και ερείπια.
Τι να γυρίσω τώρα να κάνω στην πόλη
που γεννήθηκα? Δεν έχει μείνει κανείς. Σε ποιον να μιλήσω? Θυμάμαι όμως τον
κύριο της φωτογραφίας που μου έδειξες.
(Σημείωση αρθρογράφου: ο Απόστολος
Αποστολίδης. Ήταν ανάμεσα σε αυτούς που μας απεγκλώβισαν.
(Μαρτυρία
Βιολέτας Μεταλλίδη στο Βασίλη Κωνσταντινίδη στο Εσσεντουκί στις 29 Ιουνίου του
2019. Μεταφραστής ο Μιχάλης Κοτανίδης.)
Γ. Η επίσκεψη στο Γκρόζνυ.
Πριν
φύγω για τη Ρωσία καθάρισα το μνήμα της μάνας μου και της είπα ότι πάω στη πόλη
που γεννήθηκε. Το
ήθελα πολύ να πάω στο Γκρόζνυ όμως στο Βλαδικαφκάζ σχεδόν μου το απαγόρευσαν.
Την προηγούμενη μέρα είχαν επεισόδια. Αυτά που δεν λείπουν ποτέ μεταξύ της
κυβέρνησης της Τσετσενίας και των αυτονομιστών. Όμως πάντα υπάρχει ο Άγγελος
που από την αρχή που μου ανέθεσε ο Μίμης Τσελεπίδης τη συγγραφή του βιβλίου για
τη Χάρσερα, μου δείχνει το δρόμο. Τώρα λεγόταν ο Στέφανος Ντεμουρτζίδης, γιος
του αντιπροέδρου του Προμηθέα. Με ελληνικές πινακίδες το αυτοκίνητο του.
Μέγιστη προστασία του να είσαι Έλληνας στη Τσετσενία και το αυτοκίνητό σου να
έχει ελληνικά σύμβολα. Ξεκινήσαμε με την παράκληση του Στέφανου να μην πω
τίποτα στον πατέρα του γιατί? Απλά γιατί δεν θα μας άφηνε... Περιμέναμε τον
Μιχάλη Κοτανίδη που ήρθε ολοήμερα από το
Εσσεντούκι μόνο για αυτό. Σιγά που θα άφηνε την ευκαιρία ένας περιηγητής και
ερευνητής να μην γνωρίσει από κοντά το Γκρόζνυ.
Τίποτα δεν έχει μείνει από τα παλιά, μετά τους
άγριους βομβαρδισμούς. Σχεδόν Ντουμπάι το έκανε ο Καντίροφ.
Τίποτα δεν θυμίζει το Γκρόζνυ πριν
τους βομβαρδισμούς.
(φωτο:
Μιχάλης Κοτανίδης)
Ξεκινήσαμε και περάσαμε τα απαραίτητα μπλόκα
της αστυνομίας: έλεγχο διαβατηρίων, ταυτοτήτων, αυτοκινήτου και λοιπά κάθε φορά
που αλλάζαμε δημοκρατία: Οσετία, Καμπαρντίνκα, Ιγκουσιετία, Τσετσενία. Ο Στέφανος έλεγε στον εξερευνητή της Google τα παλιά ονόματα των δρόμων που του έλεγε ο Μιχάλης και αυτός
μας έλεγε τα καινούργια. Χωρίς τους αγγέλους που με συνόδευαν (τον Μιχάλη και
τον Στέφανο), δεν θα είχα κάνει τίποτα. Πήγαινα μήπως και στο χριστιανικό νεκροταφείο στο Κερπίνσκι, έβρισκα έναν
ελληνικό τάφο για να αφήσω ένα λουλούδι και ένα κερί. Η Όλγα, η μεγάλη
αδελφή του παππού μου και νονά της μάνας
μου πέθανε στο Γκρόζνυ και όσους κι αν ρώτησα δεν την ήξερε κανείς.
Οι κόρες του Ιωάννη Παπαδόπουλου Όλγα
και Άννα με τη κόρη του αδελφού τους
Βέρα και τον σύζυγο της Όλγας Τραφίμ.
(Ευγενική
παραχώρηση της φωτογραφίας από την Κλειούλα Λαζαρίδη)
Τι
ήξερα για τη πόλη? Είχα
σαν αναφορές το σπίτι του θείου Ζώρα, το σπίτι της θείας Ανθούλας, το γράμμα με
τη διεύθυνση του Ταργοντσίδη, το σχολείο της θείας μου της Σόνιας, της μεγάλης
αδελφής της μαμάς μου.
Στο δρόμο πηγαίνοντας διηγήθηκα στους συνοδούς μου ότι ήξερα από την
οικογένειά μου. Δηλαδή πόσο πλούσιος ήταν ο προπάππος μου και πόσο βίαια έφυγαν
από κει η γιαγιά μου. Όταν ο θείος Ζώρας είχε πάει στο σπίτι που γεννήθηκε μετά
από χρόνια (το 1982), μου είχε πει ότι το σπίτι που παντρεύτηκε η γιαγιά μου
και γεννήθηκε η μάνα μου ήταν το ωραιότερο ανάμεσα σε αυτά των Ποντίων και πολύ
κοντά στο δικό του. Το δικό του το βρήκαμε ερείπια. Σχεδόν μόνο οι εξωτερικοί
τοίχοι σώζονται. Ο δρόμος τώρα άλλαξε όνομα και λέγεται Καμπαρντίσκαγια.
Στρίψαμε στη Λεωφόρο Περβαμάσκαγια που έχει νησίδα στη μέση για να ανηφορίσουμε
προς το 103 που ήταν το σπίτι της θείας Ανθούλας. Είχαμε περάσει και από την
ούλιτσα Μπαλσάγια. Το σχολείο νούμερο 13 της θείας Σόνιας δεν υπάρχει πλέον, ούτε φυσικά η παλιά
ελληνική εκκλησία και το ελληνικό σχολείο.
Όπως ανεβαίναμε ένα αγγελικό χέρι με έσπρωξε
να κοιτάξω προς τα αριστερά, αντίθετα από τη διεύθυνση κίνησης του αυτοκινήτου.
Φώναξα: "μα
αυτό είναι ελληνικό σπίτι".
Ο Μιχάλης ερευνητής και αυτός της ιστορίας της Χερίαινας, πάντα έτοιμος
πρόλαβε να βγάλει φωτογραφία το σπίτι. Στη φωτογραφία του, το σπίτι φαίνεται μισό-μισό με την κολώνα του
αυτοκινήτου.
(φωτο:
Μιχάλης Κοτανίδης)
Λέω στους συνοδούς μου:
"παιδιά πριν το νεκροταφείο να πάμε να
δούμε το σπίτι, γιατί είναι ρυθμού Τραπεζούντας. Δεν έχει καμία σχέση με το
ρωσικό μπαρόκ".
Ελληνικό κτίριο στη Σμύρνη και στην
Αθήνα και ανάμεσα τους αυτό στο Γκρόζνυ
Σταματάμε μπροστά από αυτό με δυσκολία γιατί
γινότανε γάμος και είχε πολλά παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Ήταν η υπηρεσία του
Δημαρχείου που γίνονται οι τελετές. Κατεβαίνω από το αυτοκίνητο και αρχίζω να
εξηγώ γιατί το σπίτι είναι αρχιτεκτονικής Τραπεζούντας. Τα κολονάκια, το
τετράφυλλο τριφύλλι που φέρνει γούρι και λεφτά, ο ψευδοσταυρός που σχηματίζει. Μην ξεχνάμε σε μία πόλη
φανατικών μουσουλμάνων ένας καθαρός Σταυρός θα ήταν πρόκληση. Ο δρόμος τώρα
λέγεται Τατάρσκαγια. Τατάρσκαγια 16.
Το Μητροπολιτικό Μέγαρο της Τραπεζούντας και
αυτό στο Γκρόζνυ.
Σαν
κάτι μέσα μου σταδιακά άρχισε να εκδηλώνεται και να μουδιάζω. Υποφέρω από
μυοκαρδίτιδα αλλά δεν ήταν αυτό. Συνειδητοποιώ ότι είμαι πολύ κοντά στο σπίτι
του θείου Ζώρα. Με πλησιάζουν δύο Τσετσένοι. Ευγενικοί είναι η αλήθεια, μεγάλοι
άνθρωποι αλλά και επίμονοι. Μου μιλάνε Ρώσικα και αμέσως καταλαβαίνουν ότι δεν
είμαι Ρώσος αλλά κάποιος ξένος. Μου λένε ότι απαγορεύονται οι φωτογραφίες. Το
κτίριο αυτό είναι κρατικό. Ασχολείται με την εναρμόνιση της νομοθεσίας της
Ομοσπονδίας της Ρωσίας με τη Τσετσενία όπως μου εξήγησε ο Μιχάλης. Εγώ συνεχίζω
να φωτογραφίζω και ο Μιχάλης τους λέει να με αφήσουν γιατί είμαι Έλληνας και
ότι φωτογραφίζω ένα παλιό ελληνικό σπίτι. Και τότε έρχεται το μήνυμα από τον
Ουρανό...
Με πολύ συγκίνηση και αγωνία έρχεται ο Μιχάλης που είναι ορθοδοντικός
στο Εσσεντουκί και μου λέει:
"Βασίλη ξέρεις τι μου είπανε"? Σαν
να ξέρω την απάντηση με αγωνία ρωτάω
"Τι"?
"Το σπίτι αυτό παλιά ήταν
ταχυδρομείο".
Ακόμα και τώρα που το γράφω ανατριχιάζω. Δεν
ξέρω αν υπάρχουν αρχεία, δεν μας επέτρεψαν να μπούμε μέσα. Όμως το σπίτι αυτό
είναι 100% ελληνικό. Πρέπει να είναι κτίσμα γύρω στο 1895. Αν έμπαινα μέσα και
έβλεπα τη σοφίτα που κρύφτηκε η μάνα μου διαβάζοντας βιβλία και επειδή την
έψαχναν την μάλωσαν πολύ… Όπως μου είχε πει
το σπίτι τους είχε έντεκα ψηλοτάβανα υπνοδωμάτια και θα έψαχνα την επιγραφή που υπήρχε και που έλεγε ότι το σπίτι
αυτό το έχτισε ο Γιάννης Παπαδόπουλος –Κεσίσοφ. Ο ίδιος συνήθιζε πάντα να λέει:
"τα παιδία μ’ είναι τα τσιτσάκια μ’".
Τα παιδιά μου δηλαδή είναι τα λουλούδια μου.
Μετά από 19 γέννες που έκανε η γυναίκα του, τελικά του χάρισε δύο αγόρια και δύο κορίτσια
που έζησαν (Θεόδωρος, Όλγα, Ιωάννης, Αννίτσα), όσα είναι τα φύλλα στο τετράφυλλο τριφύλλι. Στο τεράστιο νεκροταφείο
δεν μπόρεσα να εντοπίσω ελληνικούς τάφους… Ήταν σκέτη ζούγκλα από τα χόρτα. Ίσως μια άλλη φορά αν αξιωθούμε….
Αιωνία η μνήμη τους
Έκανα
ένα γρήγορο ταξίδι νοερά στο παρελθόν με τη γιαγιά μου να είναι η σταχτοπούτα
που παντρεύεται το πριγκιπόπουλο. Τον γιο του πιο πλούσιου Έλληνα στον Γκρόζνυ
και σε ένα σπίτι που παρόλο που ήταν ορφανή και τη μεγάλωσε ο αδερφός του
πατέρα της (ο θείος ο Χαράλαμπος που εξαιτίας του πήραμε το οικόπεδο στην
Πεντέλη, γιατί δεν άντεχε το κλίμα στον Πειραιά μετά από τη Σιβηρία), σε
σύγκριση με το δικό της, αυτό ήταν παλάτι και ας είχε και ο θείος της τη σειρά του. Αλλά Σόλων
Σόλων, μηδένα προ του τέλους μακάριζε… Πόσο σοφή κραυγή ψυχής έβγαλε ο Κροίσος... Δεν το γράφω για να δείξω
ότι είμαι απόγονος «κάποιων». Δεν κομπορρημονώ για την καταγωγή μου. Ο προπάππος μου έφυγε από τη Χάρσερα αγράμματος και ξυπόλητος, αλλά
αντιθέτως γράφω το άρθρο για να δείξω τη μεγάλη ευγνωμοσύνη μου στη γιαγιά μου
Ελισάβετ (Λίτα ή Βέτα τη φώναζαν).
Ελισάβετ Φιλιππίδου- Παπαδοπούλου.
(φωτ:
Βασίλη Κωνσταντινίδη)
Πως
άντεξε και δεν τρελάθηκε όταν βγήκε από το καράβι το 1939 στον Πειραιά μόλις 29
χρόνων χωρίς άντρα με τρία κορίτσια? Η μάνα μου και οι θείες μου πως δεν γίνανε
πόρνες... Αντιθέτως πήγανε για τον επιούσιο στα εργοστάσια μόλις κλείσανε τα
δώδεκα τους χρόνια…..
Πάντα με το χαμόγελο ήταν η κυρά Βέτα και όταν αδερφή της
έχασε τη μονάκριβη κόρη της Φανίκα γύρισε και της είπε:
"Παρθένα ας άφηνε ο Θεός τη Φανίκα και ας έπαιρνε και τα τρία τα δικά μου".
Τέτοιοι
άνθρωποι με μεγάλωσαν...
Και πως εγώ μετά να ανταποκριθώ σε τόσο βαριά
κληρονομιά και τέτοια παρακαταθήκη...
Αιωνία η μνήμη όλων των ανθρώπων
αυτών. Δεν είναι που έφυγαν από τη ζωή. Είναι
που φεύγοντας σηματοδοτούν τη
Δύση ενός Πολιτισμού. Του πολιτισμού που μετέφεραν στο Γκρόζνυ οι πρώτοι
Πόντιοι μετανάστες στα τέλη του 19ου αιώνα. Του Πολιτισμού του
Πόντου.
Του πολιτισμού της ψυχής.
Βασίλης Κωνσταντινίδης.
Μέλος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών
Ο Θεός να σου δίνει δύναμη και υγεία για να τελειώσεις αυτό το δύσκολο έργο και εμείς να αξιοθουμε να το πάρουμε στα χέρια μας ολοκληρωμένο.Αξιος ο κόπος σου. Πολλές από τις μαρτυρίες που αναφέρονται είναι παράλληλες με αυτές των γονιών μας. Η μητέρα μου π.χ ήρθε στον Πειραιά με το δεύτερο καράβι που αναφέρεις το Ουκρανια.Συνεχισε.....
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο, Βασίλη! Άξιος απόγονος των προγόνων σου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ επι 1000 !
ΑπάντησηΔιαγραφήΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ Χ 1000 !
ΑπάντησηΔιαγραφήΤέτοιου είδους Κείμενα είναι ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ ! Πολύτιμη πνευματική κληρονομιά που οφείλουμε να σεβαστούμε και να διαφυλάξουμε !
ΑπάντησηΔιαγραφήΤραντέλλενα Βασίλη, το διάβασα όλο το άρθρο,κρατώντας την ανάσα μου ως το τέλος...
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυνέχισε την έρευνά σου, όλα τα γραπτά σου θα μείνουν και για τους επόμενους ερευνητές, υπήρχε και υπάρχει μια άγνωστη και ανεξερεύνητη πτυχή της ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισμού που αγνοούμε.
Η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών συνεχίζει το αθόρυβο αλλά τόσο ουσιαστικό επιστημονικό της έργο χάρη και σε σένα!
Ο θεός να σου δίνει δύναμη για πολλές ακόμη δεκαετίες!
Σε χαιρετώ και σε φιλώ αδελφικά!
Με εκτίμηση
Αριστείδης
Εξαιρετικό Πατριώτη μου με συγκίνησες .
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΠΑΠΠΟΥ ΜΟΥ ΗΤΑΝ ΑΠΟ ΧΑΡΣΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑ ΗΤΑΝ ΥΠΟΔΗΜΑΤΟΠΟΥΛΟΣ Η ΠΟΣΤΑΛΤΣΟΓΛΟΥ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ.ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΕ ΣΤΟΝ ΓΚΡΟΣΝΥ ΚΑΙ ΗΤΑΝ ΝΑΤΣΑΝΛΙΚΟΣ ΣΕ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΑΡΤΟΠΟΙΙΑΣ ΤΟ 1937 ΤΟΝ ΠΗΡΑΝ ΕΞΟΡΙΑ ΟΠΟΥ ΚΑΙ ΠΕΘΑΝΕ ΤΟ 1965 ΟΠΩΣ ΜΑΘΑΜΕ. Η ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ ΒΑΡΑΒΑΡΑ ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΙΔΗ ΗΡ ΘΕ ΣΤΗΝ ΔΡΑΜΑ ΜΕ ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ .ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΑΝ ΕΧΩ ΑΛΛΟΥΣ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΜΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΠΩΝΥΜΟ ΚΑΙ ΠΟΥ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα ήθελα να επικοινωνήσουμε γιατί γράφω το βιβλίο της Ιστορίας της Χάρσερας και ξέρω που υπάρχουν Στεφανίδης. Το τηλέφωνο μου 6978155369 vaskonstan@yahoo.gr
ΔιαγραφήΔε μπορώ να βρω λόγια να εκφράσω όσα νιώθω...
ΑπάντησηΔιαγραφήΣα να κάνεις μεγαλοπρεπέστατο μνημόσυνο σε ΕΚΕΙΝΟΥΣ...
Να σε έχει Ο Θεός καλά να συνεχίσεις το έργο σου Βασίλη!
Αιωνία η μνήμη τών προγόνων μας... Πολύτιμη παρακαταθήκη κείμενο καί φωτογραφίες, κύριε Κωνσταντινίδη, σ’ευχαριστούμε !
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαμμίαν κι ανασπάλωμε...
Ο Πόντο μουν κι εχάθεν !
ολα είναι πολύ ωραία κύριε Βασίλη
ΑπάντησηΔιαγραφή